Η συζήτηση για τη στρατιωτική θητεία στη χώρα μας είναι από τα αγαπημένα θέματα, κυρίως του αντρικού πληθυσμού. Είναι ένας τρόπος απόδειξης του βαθμού σκληρότητας για μερικούς, ανάλογα με τα επιτεύγματα του στρατεύσιμου κατά τη διάρκειά της, πρόκειται για υπέρμετρη δέσμευση της ελευθερίας για κάποιους άλλους και, τέλος, υπάρχει αρκετά μεγάλος αριθμός πολιτών που τη θεωρεί χαμένο χρόνο. Στην πραγματικότητα, ένα πολύ μεγάλο μέρος της στρατιωτικής θητείας, αν όχι όλη, είναι χαμένος χρόνος. Εξηγούμαι: η στέρηση ύπνου, το μάζεμα κουκουναριών, το καθάρισμα μπαταριών στρατιωτικών οχημάτων, οι υπηρεσίες και το σκούπισμα των χαλικιών μπορεί να αποτελούν εργασία η οποία παράγει εμφανή αποτελέσματα (εκτός από τα χαλίκια φυσικά), αλλά δε συνάδουν με το λόγο για τον οποίο έχει καθιερωθεί η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία.
Το επιχείρημα της αποσταθεροποιημένης ζώνης και του κράτους που όλοι φθονούν και επιθυμούν να κάνουν προτεκτοράτο τους και που, άρα, έχει ανάγκη από τους πολίτες του να μπορούν ανά πάσα ώρα και στιγμή να πολεμήσουν, αυτοαναιρείται τη στιγμή που χρησιμοποιείται ο στρατεύσιμος για πάσης φύσεως αγγαρεία. Εννοείται πως είναι αναπόφευκτο να μη γίνουν και κάποιες αγγαρείες, ειδικά εφόσον πρόκειται περί κοινόβιου χώρου, αλλά εκφεύγει του βασικού σκοπού της θητείας η μετατροπή του στρατιώτη σε handyman.
Δε θα πάρω θέση για το αν πρέπει να καταργηθεί η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, ιδιαίτερα εφόσον αποτελεί και συνταγματική υποχρέωση. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να γίνουν, όμως, για να ανταποκρίνεται καλύτερα στο σκοπό της.
Πρώτον, είναι απαραίτητο να καταργηθούν οι λεγόμενες «βυσματικές» μεταθέσεις. Είναι γενικός κανόνας ότι στην Ελλάδα δεν έχει σημασία τι ξέρεις, αλλά ποιόν. Είναι ντροπή κάποιοι να κάνουν σκοπιές στον Έβρο και να φορούν σακούλες super market πάνω από την κάλτσα για να μετριάζουν την φρικτή υγρασία και κάποιοι να είναι «γραφείς» στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Φυσικά, επειδή είναι πάρα πολύ δύσκολο να εξαρθρωθεί αυτό το απίστευτο δίκτυο δοσοληψιών εντός του Στρατού, πρέπει να γίνει κάτι που θα το καταστήσει ανίσχυρο. Όλοι διαμαρτύρονται για την υποστελέχωση των μονάδων στα σύνορα και τον υπερκορεσμό στα μεγάλα αστικά κέντρα. Μια βιώσιμη λύση θα ήταν η γενική απαγόρευση μετάθεσης στρατευσίμων σε μονάδες εκτός της παραμεθορίου. Τις ανάγκες των μονάδων που βρίσκονται εντός των πόλεων μπορούν να τις εξυπηρετήσουν επαρκώς τα στελέχη και οι υπαξιωματικοί. Από την προσωπική μου εμπειρία σε μονάδα τόσο της παραμεθορίου όσο και του Νομού Αττικής, πολύ πιο έντονο ήταν το στρατιωτικό στοιχείο στη μονάδα της παραμεθορίου και πολύ περισσότερο ασχολήθηκα εκεί με αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα (εκπαίδευση, βολές, σχολεία κλπ.).
Δεύτερον, προς εξοικονόμηση χρημάτων και για να προσδώσει αμιγώς στρατιωτικό χαρακτήρα στη θητεία, βρίσκω ως χρήσιμη τη δραματική μείωση της διάρκειάς της. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι τα αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα του στρατεύσιμου ουσιαστικά τελειώνουν μετά τον τρίτο μήνα της θητείας του. Ο πρώτος μήνας είναι στο Κέντρο Εκπαίδευσης, το οποίο θεωρώ πολύ σημαντικό γιατί αποτελεί τη μετάβαση στο στρατιωτικό τρόπο ζωής. Ο δεύτερος μήνας καταλαμβάνεται από το λεγόμενο ΣΠΕΝ (Σχολείο Προκεχωρημένης Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων), κατά τη διάρκεια του οποίου ο στρατεύσιμος μαθαίνει τα βασικά πράγματα που θα του είναι αναγκαία σε μια πολεμική συμπλοκή – τουλάχιστον στα ΣΠΕΝ που διοργανώνονται με μία κάποια αίσθηση καθήκοντος. Στον τρίτο μήνα, αν και ποτέ δεν είναι πλήρης μήνας, ο στρατεύσιμος μαθαίνει την ειδικότητά του, την αποστολή του, δηλαδή, στο πεδίο της μάχης. Από εκεί και πέρα, η θητεία μετατρέπεται σε ένα φαύλο κύκλο αγγαρειών και υπηρεσιών και αν είναι τυχερός ο στρατεύσιμος, μπορεί να συμμετέχει σε κάποια βολή ή σε κάποια άσκηση, χωρίς βέβαια να επιτελέσει κάποιον σημαντικό ρόλο.
Η μείωση, λοιπόν, της θητείας σε τρίμηνη θα εξυπηρετούσε απόλυτα το σκοπό πάνω στον οποίο θεμελιώνεται ο υποχρεωτικός χαρακτήρας της. Επόμενο φυσικά είναι και η ανάλογη αυστηροποίηση των προδιαγραφών της. Ο νεοσύλλεκτος θα πρέπει να ζει για τρεις μήνες σαν στρατιώτης. Το πρόγραμμα δε θα περιλάμβανε ούτε τηλέφωνα, ούτε εξόδους, ούτε άδειες. Μόνο έτσι μπορώ να δικαιολογήσω το επιχείρημα ανάγκης διατήρησης ενός εφεδρικού στρατού. Δεν αποτελεί υποχρέωση των φαντάρων να αναπληρώνουν την υποστελέχωση των μονάδων. Υποχρέωσή τους είναι να μάθουν να αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες καταστάσεις στο πεδίο της μάχης. Όλα τα άλλα στηρίζονται στην συγκατάθεσή τους και στο φόβο της τιμωρίας.
Η πρόσφατη πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας να είναι υποχρεωτική η άμεση στράτευση για όλους όσοι συμπληρώνουν τα 18, μόνο ως πονηρό πολιτικό παιχνίδι μπορεί να ληφθεί υπόψη. Τούτο, διότι, καμία σημασία δεν έχει αν θα στρατευθεί κάποιος στα 18 ή στα 25. Ο ίδιος χαμένος χρόνος θα είναι. Με αυτήν της την πρόταση, η πολιτική ηγεσία εκτίθεται καθώς δείχνει ότι δεν την ενδιαφέρει ο λόγος για τον οποίο η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία αποτελεί χαμένο χρόνο αλλά ούτε και να διορθώσει τα κακώς κέιμενα. Έχει όμως πολιτική αξία. Ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε επειδή ήταν ήδη πληροφορημένος ότι ο κ. Καμμένος θα προβεί σε τέτοια πρόταση, είτε επειδή παρέμεινε σταθερός στην αριστερή του ιδεολογία (πράγμα σίγουρα εντυπωσιακό), απέκρουσε εξαιρετικά τη σχετική πρόταση. Η Νέα Δημοκρατία υπέκυψε στις δεξιές καταβολές της και συμφώνησε αστραπιαία. Ο ΥπΕθΑ ανάγκασε την αξιωματική αντιπολίτευση να συμφωνήσει σε μια αδιάφορη ρύθμιση που θα αποτελεί κενό γράμμα και ταυτόχρονα έθεσε δίλημμα σε όλους τους 17χρονους που θα ψηφίσουν στις επόμενες εκλογές. Η Νέα Δημοκρατία προβάλλεται αυτή τη στιγμή ως το φαβορί για να ανδειχθεί πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές. Ο κάθε 17χρονος, λοιπόν, θα το σκεφτεί διπλά προτού ψηφίσει ένα κόμμα που θα τον στείλει στο στρατό όταν τελειώσει το σχολείο.
Σε ένα περιβάλλον που ακόμα και η στρατιωτική θητεία αποτελεί αντικείμενο προσέλκυσης ή στέρησης ψήφων, καλή τύχη στο να πείσετε τον άνεργο νέο Έλληνα, ότι πρέπει να πάει στρατό γιατί «οι άλλοι απέναντι είναι έτοιμοι να μπουκάρουν».