Ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόλις έλαβε χώρα. Το Ηνωμένο Βασίλειο με 51,9% αποφάσισε να αποτελέσει το πρώτο κράτος που θα αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Λόγω της μεγάλης σημασίας αυτού του αποτελέσματος, αποφασίσαμε η συντακτική ομάδα του Millennials να τοποθετηθούμε πάνω στο ζήτημα, εκφράζοντας ο καθένας τη δική του προσωπική άποψη.
Παναγιώτης Ευστάθιος Παπαδόπουλος
Το δημοψήφισμα του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν ένα δημοψήφισμα με πολλά μηνύματα. Πρώτον, ήταν για τον πρωθυπουργό Cameron ένα στοίχημα το οποίο και έχασε. Πίστεψε πως το αποτέλεσμα θα τον δικαίωνε στην επιλογή του αυτή ωστόσο όχι μόνο δεν τον δικαίωσε αλλά τον απομάκρυνε και από τη θέση του πρωθυπουργού της χώρας. Δεύτερον, ήταν ένα ξεκάθαρο πολιτικό μήνυμα προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρώπη θα πρέπει να πάρει σοβαρά την απόφαση αυτή των Βρετανών πολιτών και να μελετήσει το τί ακριβώς πήγε στραβά στο εγχείρημα αυτό. Το δημοψήφισμα αυτό θα γεννήσει πολλά άλλα δημοψηφίσματα. Πιθανότατα και άλλες χώρες να έχουν την ίδια κατάληξη.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η αξιοπιστία έχει χαθεί και η Ευρώπη των 27 πλέον αρχίζει να μετρά αντίστροφα. Ή θα αλλάξει ή θα ψάχνει να μαζέψει τα ασυμμάζευτα όταν το πλοίο θα έχει ήδη βυθιστεί. Καιρός για χάσιμο δεν υπάρχει. Το ντόμινο έχει ήδη ξεκινήσει.
Αλόνα Τατάροβα
«Τα δημοψηφίσματα αποτελούν εργαλεία των δικτατόρων και των δημαγωγών» λέει μια διάσημη φράση, ειπωμένη από τα χείλη της Margaret Thacher. Φράση που αποδείχθηκε αληθής και προφητική για τη βρετανική περίπτωση. Αντίθετα με την ευρεία λαϊκή αντίληψη πως τα δημοψηφίσματα αποτελούν αμεσοδημοκρατική έκφραση της θέλησης των πολιτών και απόκρισης για σημαντικά ζητήματα, η βαθύτερη αλήθεια είναι πολύ διαφορετική όταν δεν υπάρχει κουλτούρα διαχείρισής τους. Τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα σε λαϊκισμούς και δημαγωγίες. Δεν ενώνουν, αλλά κάνουν εμφανείς τις ήδη υπάρχουσες κοινωνικές διαιρέσεις, καλώντας σε πόλωση και όχι συνεργασία, συννενόηση και δημοκρατικό διάλογο. Όταν δε αυτές οι διαιρέσεις καθίστανται ή μάλλον παρουσιάζονται ως αγεφύρωτες οδηγούν σε φανατισμούς και αυτοί ενίοτε με τη σειρά τους σε εξοντώσεις των αντιπάλων από τους ακραίους, όπως της Jo Cox.
Οι υπέρμαχοι του Brexit ευγγελίζονταν νίκες για την ελευθερία, νίκες για την ανεξαρτησία. Το ερώτημα είναι από ποιόν; Αίολοι και ασαφείς εχθροί κατασκευάζονται για να καταναλωθούν εύπεπτα από τους κατά κανόνα αδύναμους, λιγότερο μορφωμένους, τους απογοητευμένους, τους πιο δεκτικούς σε φθηνό συναίσθημα μακριά από κάθε ορθολογική επιλογή.
Μια απογοητευτική διαπίστωση η οποία προκύπτει από όλη αυτήν την κακή φάρσα, είναι το πώς μια δημοκρατία επιτρέπει σε μια οριακή πλειοψηφία του 52%, να επιβληθεί σε ένα 48% σε τόσο σημαντικά και ιστορικά ζητήματα. Ιδιαίτερα όταν το μεγαλύτερο ποσοστό των ψήφων υπέρ της παραμονής προέρχεται από μια ευρεία νεολαία (πάνω από 70% 18-24 ψήφισε Remain), της οποίας το μέλλον θα ήταν η Ενωμένη Ευρώπη.
Σοβαρές πολιτικές αναταράξεις αναμένονται από αυτήν την ιστορική πρώτη αποχώρηση του Ηνωμένου (για πόσο ακόμα;) Βασιλείου, της οποίας την πορεία είναι νωρίς να προβλέψουμε με ακρίβεια. Πάντως το κουτί της Πανδώρας άνοιξε, πολύ φοβάμαι, για να ξεχυθούν χειρότερα φαινόμενα παρόμοιου εθνικολαϊκισμού, τα οποία η Ευρώπη θα ξεπεράσει μόνο ενωμένη προχωρώντας σε γενναίες αλλαγές. Διαφορετικά, είναι ξεκάθαρο πια, θα πάψει να υπάρχει.
Μιχαήλ Χ. Θεοδωρακόπουλος
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 24ης Ιουνίου, οπότε και ανακοινώθηκαν τα οριστικά αποτελέσματα του βρετανικού δημοψηφίσματος, κυριολεκτικά στην «κόψη του ξυραφιού» το “BREXIT” υπερίσχυσε του “BREMAIN”. Λίγη αξία έχει να εξετάσουμε σχολαστικά τα ποσοστά, το πού ακριβώς «έκατσε η μπίλια». Περισσότερη σημασία έχουν η ιδεολογική ταυτότητα εκάστης πλευράς, τα πολιτικά συμπεράσματα που προκύπτουν και το εκτόπισμα του δημοψηφίσματος.
Σε ένα πρώτο επίπεδο, επρόκειτο για μια σύγκρουση λογικής και συναισθηματισμού: η θέση σε λειτουργία της εγκεφαλικής ψυχρής λογικής, της στόχευσης στην επίτευξη υποτιθέμενης σταθερότητας και της -λιμνάζουσας στο κατεστημένο- βεβαιότητας υπαγόρευαν την ψήφο υπέρ της παραμονής στο ευρωπαϊκό corpus. Την ίδια κιόλας στιγμή, η συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (κακώς συνηθίζεται να ακούγεται η –σχεδόν βλάσφημη- «παραμονή στην Ευρώπη», που –σκόπιμα ή μη- ταυτίζει την γηραιά ήπειρο με μια δυσλειτουργούσα «συνομοσπονδία») συνιστούσε «κόκκινο πανί» για όσους υποστηρίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεσμεύει, περιορίζει και καταπιέζει τα κράτη-μέλη της στην πολυεπίπεδη άσκηση εθνικής και αυτόνομης πολιτικής. Οι ιδεολογικές προσεγγίσεις κάθε πλευράς, επομένως, αφορούσαν στην αμφισβητούμενη «ηθική» της μερικής εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας σε ένα ευρύτερο και ισχυρότερο όργανο –που όμως δεν χαίρει αυθυπαρξίας!- το οποίο πλέον βαίνει επί τα χείρω.
Την ίδια στιγμή, το δημοψήφισμα απετέλεσε το πεδίο διεξαγωγής «ταξικής» μάχης μεταξύ της ευημερούσας αστικής τάξης-ελίτ με τα λαϊκά στρώματα της βρετανικής επαρχίας. Υπέρ των πρώτων ετάχθησαν όλες οι ισχυρές πολιτικές φιγούρες ηγούμενες των ευρωπαϊκών οργάνων, αρνούμενες να απωλέσουν το «status» τους στην νέα τάξη πραγμάτων. Οι ευρωσκεπτικιστές αψήφησαν τους κινδύνους αυτούς, επιτελώντας ίσως λογικά άλματα, σίγουρα αξιοποιώντας δημαγωγικά όπλα, στηρίζοντας την καμπάνια τους στα μεσο-μακροπρόθεσμα αποτελέσματα που θα εισέφερε στην χώρα το “Brexit” για την οικονομία και την παράνομη μετανάστευση, αλλά παραλείποντας να αναφερθούν στο τι θα συνέβαινε στην ενδιάμεση περίοδο. Είναι νωρίς να πιθανολογήσουμε όλες τις πιθανές εξελίξεις της απόφασης αυτής των Βρετανών, βέβαιο είναι πάντως ότι τίποτα πλέον δεν θα είναι το ίδιο.
Είναι φυσικά απογοητευτική η διαπίστωση ότι η Ευρώπη των τραπεζιτών και της γραφειοκρατίας δεν προβληματίζεται από τέτοιες θρυαλλίδες ευρωσκεπτικισμού. Ωστόσο, όσο συντομότερα το κατανοήσει, τόσο περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης έχει.
Ελπίδα Καλαπόθα
Ο κύβος ερρίφθη: στο ιστορικό δημοψήφισμα για το μέλλον της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι Βρετανοί διάλεξαν να τραβήξουν τον δικό τους δρόμο ψηφίζοντας υπέρ του Brexit με διαφορά λίγο λιγότερο από τέσσερις μονάδες. Ένα χρόνο πριν, σε παρόμοια θέση βρισκόταν η χώρας μας με εκείνο το «όχι» που τελικά έγινε «ναι». Σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο είναι δεδομένο πως οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις κερδίζουν συνεχώς έδαφος.
Μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι λίγοι εκείνοι που θέλουν να κάνουν λόγο για μια οικονομική καταστροφή τόσο στην Ευρώπη όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αναφορικά με την οικονομία ωστόσο, η εικόνα του χάους ίσως και να μην προσδιορίζει επακριβώς την κατάσταση. Αρχικά, διότι η διαπραγμάτευση της εξόδου θα αποτελέσει μια μακροχρόνια διαδικασία, η οποία όπως είναι αναμενόμενο θα ακολουθηθεί από μια περίοδο προσαρμογής. Ενώ επιπλέον, δεδομένης της οικονομικής δυναμικής της χώρας ίσως θα πρέπει να περιμένουμε μια νέου τύπου συμφωνία, με γενναίες βεβαίως υποχωρήσεις και από τα δύο στρατόπεδα, η οποία θα εξασφαλίζει την ελεύθερη διακίνηση ορισμένων αγαθών. Μια συμφωνία όμοια με αυτή που ισχύει σήμερα με τις χώρες του λεγόμενου Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Έτσι λοιπόν, το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να συμμετέχει στην κοινή αγορά, πετυχαίνοντας αυτό που πάντα επιθυμούσε, ελευθερία συναλλαγών χωρίς πολιτικές δεσμεύσεις.
Η οικονομική παράμετρος δεν πρέπει και δεν μπορεί να αγνοηθεί, ωστόσο περισσότερο ασφυκτική μοιάζει η πολιτική διαχείριση της συνεχόμενης αποξένωσης των πολιτών από την ευρωπαϊκή ιδέα. Ίσως η κρίση στις χρηματαγορές διαρκέσει για λίγο, μιας και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στην Ευρωζώνη, ωστόσο η επιτυχία των Ευρωσκεπτικιστών στη Βρετανία μοιάζει να «ανοίγει την όρεξη» σε απανταχού λαϊκιστές ομοϊδεάτες. Μια συνέπεια η οποία ίσως δεν πρέπει να αποτιμηθεί ξεχωριστά από τις άστοχες ενέργειες και αποφάσεις των πολιτικό-οικονομικών ελίτ της Ένωσης. Προσωπικά θεωρώ πως το Ηνωμένο Βασίλειο δεν ένιωσε ποτέ πλήρες και ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ημέρα του δημοψηφίσματος παραδόθηκε στις εθνικιστικές φωνές του εσωτερικού της που την θέλουν ακόμα «αυτοκρατορία». Ωστόσο, αυτοί που σπεύδουν να πανηγυρίζουν το «τιμημένο όχι» καλύτερο θα ήταν πρώτα να δουν από ποιους υποστηρίζεται.
Γρηγόριος – Σωτήριος Γκίζας
Στις 23 Ιουνίου 2016 διεξήχθη το πολυσυζητημένο δημοψήφισμα για το Ηνωμένο Βασίλειο, διαταράσσοντας το σκηνικό και προσφέροντας μια αναθεώρηση του διεθνούς ευρωπαϊκού συστημικού πλαισίου. Η οικονομία, εσωτερική αλλά και διεθνής, τραντάζεται, όταν τείχη οικονομικής προστασίας υψώνονται και πάλι και μάλιστα από ένα κράτος – μέλος από τον Ιανουάριο του 1973. Από την αρχή το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν πολύ επιφυλακτικό και έγινε μέλος της αναπτυσσόμενης Ε.Ο.Κ., αφού πρώτα είχε ιδρύσει το αντίπαλο δέος της, τη λεγόμενη ΕΖΕΣ (Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών).
Στο δημοψήφισμα, συμμετείχε το 72% των πολιτών που είχαν το δικαίωμα και ήταν καταγεγραμμένοι στα τοπικά τους εκλογικά κέντρα. Σε μια νύχτα κι εκεί όπου τα πρώτα προγνωστικά έδειχναν ότι το “BRemain” θα υπερίσχυε του “BRexit” εισήρθαμε σε μια νέα πραγματικότητα όπου οριοθετεί την ένωση πλέον στα 27 κι όχι 28 μέλη. Αν κι η λίρα υποτιμήθηκε έναντι άλλων νομισμάτων, υπάρχουν πολλές απόψεις πως θα ανατιμηθεί μελλοντικά. Όμως, η χώρα σιγά σιγά θα γυρίσει στην εσωστρέφεια, ενώ σίγουρα διάφοροι τομείς θα επηρεαστούν επίσης αρνητικά, με την πανίσχυρη «εκπαιδευτική-πανεπιστημιακή βιομηχανία» να αντιμετωπίζει σοβαρότατες οικονομικές μεταλλαγές.
Από την πλευρά της ένωσης φαίνεται να υπάρχει διάθεση «διπλωματικής τιμωρίας» προς τους Βρετανούς σε μια προσπάθεια διατήρησης ισορροπίας μεταξύ των υπολοίπων μελών. Ο φόβος μελλοντικών διασπαστικών δημοψηφισμάτων ελλοχεύει και είναι εμφανής στις σχετικές δηλώσεις του προέδρου της ευρωπαϊκής επιτροπής Jean Claude Juncker στη γερμανική εφημερίδα Bild. Δεν είναι άλλωστε απίθανο να ακολουθήσουν κι άλλοι με βάση το διεθνολογικό φαινόμενο της διάχυσης (spillover), αν μάλιστα λάβουμε υπόψη την τωρινή τομή στους κόλπους της ένωσης εξαιτίας της προσφυγικής κρίσης και της αναδυόμενης συντηρητικής κι εθνικιστικής ακροδεξιάς.
Εν κατακλείδι, η πραγματικότητα μας οδήγησε για άλλη μια φορά σε αυτό που πολύ στοχευμένα είχε πει ο υπουργός εξωτερικών του Βελγίου Mark Eyskens το 1993, ότι δηλαδή η Ευρώπη περιγράφεται καλύτερα ως ένας οικονομικός γίγαντας, ένας πολιτικός νάνος και ένα στρατιωτικό σκουλήκι. Ο βασικός προσανατολισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλέον οφείλει να στραφεί στη διατήρηση του μορφώματος αυτού καθ’ αυτού και όχι στην επιστροφή του στα πρώτα ψυχροπολεμικά χρόνια ως μια απλή ιδέα όπου ο κάθε διεθνής παίκτης θα έχει μια αυτό-οριζόμενη σχέση με την ένωση.
Πολυχρόνης Καράμπελας
Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι προφανές πως είναι εξαιρετικά σημαντικό γεγονός με διεθνείς και εγχώριες επιπτώσεις.
Όσον αφορά τις επιπτώσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, ήδη με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων μπορούμε να δούμε μερικές, όπως την ανακοίνωση παραίτησης του Cameron, την επαναφορά του ζητήματος της ανεξαρτησίας της Σκωτίας, τα αιτήματα για ανεξαρτησία της Βόρειας Ιρλανδίας από το Ηνωμένο Βασίλειο και ενσωμάτωσή της στην Ιρλανδία, ακόμα και ζήτημα συγκυριαρχίας του Γιβραλτάρ με την Ισπανία. Όποια και να είναι εξέλιξη σε αυτά τα ζητήματα το σίγουρο είναι πως τα επόμενα χρόνια το Ηνωμένο Βασίλειο με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν θα είναι πάλι ίδιο.
Όσον αφορά τις διεθνείς επιπτώσεις, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον το έχει το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε κρίση η απάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν συνήθως η περαιτέρω ενοποίηση, αλλά ειδικά τα τελευταία χρόνια φαίνεται πως αδυνατεί να μεταρρυθμίσει και εκδημοκρατίσει τον εαυτό της. Γεγονός που οδηγεί και στην άνοδο κινημάτων κριτικών προς την δομή αλλά και την ίδια την ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται για άλλη μια φορά σε ένα σταυροδρόμι. Ή θα επιλέξει να ενοποιηθεί περισσότερο, με στόχο την πολιτική ενοποίηση ή σιγά σιγά θα διαλυθεί. Οι φωνές που ακούγονται για παραδειγματική τιμωρία του βρετανικού λαού ξεκάθαρα οδηγούν στη δεύτερη επιλογή.
Το σίγουρο είναι πως είναι ακόμα πολύ νωρίς για να υπάρξει κάποια σοβαρή αξιολόγηση των επιπτώσεων της αποχώρησης.
Προσωπικά δεν ξέρω αν το Brexit θα αποτελέσει το σοκ που απαραιτήτως χρειάζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση ή αν λανθασμένα θα αντιμετωπιστεί ως ένα ακόμα γεγονός για το οποίο δεν φέρει ευθύνη το υπάρχον σύστημα. Πάντως σίγουρα το Bremain απλώς θα έδινε περισσότερη αυτοπεποίθηση σε μία ανεξέλεγκτη απολυταρχική “τεχνοκρατική” μηχανή να συνεχίσει να διαλύει το βιοτικό επίπεδο και τι αξίες των ευρωπαϊκών λαών. Επομένως, δυστυχώς, το Brexit ήταν το μοναδικό θετικό αποτέλεσμα για όποιον δεν αποδέχεται το δόγμα ΤΙΝΑ και τη μη δημοκρατική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά ονειρεύεται μια πραγματικά ενωμένη δημοκρατική Ευρώπη.