Στις 21 Μαρτίου 2016, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (I.C.C.) καταδίκασε πρώην αντιπρόεδρο της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου. Στην υπό εξέταση υπόθεση, το Δικαστήριο αναγνώρισε τη χρήση σεξουαλικής βίας ως πολεμικού όπλου. Άξια μνείας δε είναι η συμμετοχή 5.000 θυμάτων κατά την ακροαματική διαδικασία, καθώς πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθμό σε εκδικαζόμενη υπόθεση ενώπιον του εν λόγω Δικαστηρίου. Σκόπιμο κρίνεται να αναφερθούν ορισμένες πληροφορίες για τον καταδικασθέντα και τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης.
Ο Jean-Pierre Bemba, επικεφαλής του «Κινήματος για την Απελευθέρωση του Κονγκό» (Mouvement de Libération du Congo) και στρατιωτικός διοικητής, κρίθηκε ομόφωνα ένοχος για δύο κατηγορίες εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας (φόνος και βιασμός) και τρεις κατηγορίες εγκλημάτων πολέμου (φόνος, βιασμός και λεηλασίες). Τα παραπάνω εγκλήματα διεπράχθησαν στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία την περίοδο των αναταραχών του 2002-2003 από στρατεύματα του κινήματος του Bemba εναντίον αμάχων. Σαφέστερα, οι δικαστές διαπίστωσαν ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε πως τα αγήματά του διέπρατταν ή σχεδίαζαν να διαπράξουν αδικήματα και μάλιστα προέκυπτε ότι ο ίδιος δεν φρόντισε να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να το αποτρέψει ή και να συμβάλει στη μετέπειτα τιμωρία των ενόχων. Στον αντίποδα, οι δηλώσεις του Bemba προς τους άνδρες των στρατευμάτων του για αποφυγή κακομεταχείρισης των αμάχων, η σύσταση δύο ανακριτικών επιτροπών για την εξιχνίαση των εγκλημάτων και την καταδίκη των ενόχων, αλλά και η δίκη επτά χαμηλόβαθμων στρατιωτών -με την κατηγορία της λεηλασίας αγαθών μικρής αξίας- αποτελούν «μια εξαιρετικά ανεπαρκή αντίδραση στην παροχή πληροφοριών για την ευρεία τέλεση εγκλημάτων στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία από τους άνδρες του κινήματος, της οποία είχε λάβει γνώση ο διοικητής Bemba».
Από τη μεριά του, ο Jean-Pierre Bemba δεν παραδέχτηκε ότι είναι ένοχος για όλες τις κατηγορίες που του απεδόθησαν, επισημαίνοντας ότι όταν έστειλε τα στρατεύματα του στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία με σκοπό την αρωγή στον Πρόεδρο της χώρας Angé-Felix Patassé για την πάταξη πραξικοπήματος, αυτά ακολούθησαν τις οδηγίες του στρατού της χώρας. Η δικηγόρος του πρόσθεσε, επίσης, ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη μεταφορά εντολών από το Bemba στα στρατεύματά του στη γειτονική χώρα και ότι δεν εδύνατο να τα ελέγχει λόγω έλλειψης των απαραίτητων μέσων. Ωστόσο, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι ήταν δυνατό να επικοινωνεί μέσω ραδιοφώνου και κινητού τηλεφώνου με τους διοικητές των στρατευμάτων του στη γειτονική χώρα, συνεπώς μπορούσε να τους ασκεί έλεγχο. Επιπροσθέτως, αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τους δικαστές, υπήρχαν Κονγκολέζοι που δεν ακολουθούσαν τις εντολές του στρατού της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας. Καταληκτικά το Δικαστήριο επεσήμανε την ευθύνη του διοικητή για τη διάπραξη των εγκλημάτων παρά το γεγονός ότι εκείνος δε συμμετείχε στην τέλεσή τους άμεσα, αλλά επέτρεψε να συμβούν.
Ο Bemba θα παραμείνει προφυλακισμένος, ενώ εκτιμάται ότι η στερητική της ελευθερίας ποινή που θα του επιβληθεί θα κυμανθεί από τα 30 χρόνια έως την ισόβια κάθειρξη. Η Διεθνής Αμνηστία χαρακτήρισε την καταδίκη του Bemba «ιστορική στιγμή στον αγώνα για την απονομή της δικαιοσύνης στα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης ανά τον κόσμο». Τέλος, η Αναπληρώτρια Περιφερειακή Διευθύντρια του Τμήματος στην Ανατολική και Κεντρική Αφρική Samira Daoud δήλωσε ότι η καταδίκη αυτή στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα σε όλο τον κόσμο… «η χρήση σεξουαλικής βίας ως πολεμικού όπλου δεν θα είναι ανεκτή».