Μέσα στο 2017 υπάρχει μία σειρά γεγονότων, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν περισσότερο από ποτέ την πορεία της Ε.Ε. σε χώρες – κλειδιά για την απρόσκοπτη λειτουργία της, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ολλανδία. Παράλληλα, η οικονομική αστάθεια εντείνεται μέσα από την επανεμφάνιση σεναρίων για έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, καθώς η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, η χώρα δεν έχει ενταχθεί ακόμη στην ποσοτική χαλάρωση της Ε.Κ.Τ. και οι διαφωνίες στους κόλπους των δανειστών είναι εμφανείς. Επίσης, ο σκεπτικισμός με τον οποίο αντιμετωπίζεται η Ε.Ε. από την ηγεσία της Αμερικής κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα, με τον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και το επιτελείο του να έχουν εκφραστεί αρνητικά απέναντί της, δείγμα της έντονης αμφισβήτησης που εισπράττει σε παγκόσμια εμβέλεια. Αξίζει όμως να σταθούμε λίγο παραπάνω στις εκλογικές αναμετρήσεις που θα λάβουν χώρα μέσα στο έτος, στη σκιά του Brexit, οι οποίες θα δείξουν εν πολλοίς και την πορεία της Ένωσης βραχυπρόθεσμα, αλλά και τα επόμενα χρόνια, σε όλες τις εκφάνσεις.
Αρχίζοντας με την Ολλανδία, η εκλογική αναμέτρηση θα διεξαχθεί την Τετάρτη 15/03, με τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις να δείχνουν μάχη στήθος με στήθος μεταξύ του ακροδεξιού Γκεέρντ Βίλντερς και του νυν πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε που προέρχεται από το φιλελεύθερο κόμμα, χώρος στον οποίο ανήκει και ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάϊσελμπλουμ. Η ακροδεξιά στην Ολλανδία ανεβαίνει διαρκώς τα τελευταία χρόνια, ιδίως λόγω της έκρηξης των μεταναστευτικών ροών στην Ευρώπη, ενώ ενδεικτική είναι και η ταύτιση απόψεων με τη Μαρίν Λε Πεν και κόμματα όπως η «Εναλλακτική για τη Γερμανία», που πηγαίνει περίφημα στις δημοσκοπήσεις και οδεύει προς την παρθενική της εκπροσώπηση στη γερμανική βουλή. Στενοί είναι και οι δεσμοί του με τις Η.Π.Α., ιδίως μετά την εκλογή Τραμπ, με την ιδεολογική εγγύτητα να είναι εμφανής, ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος θεωρεί πως η αλλαγή αυτή στις Η.Π.Α. μπορεί να φέρει έναν παρόμοιο αέρα στην γηραιά ήπειρο, στην προσπάθεια για την ουσιαστική αντιμετώπιση του φαινομένου του ριζοσπαστικού Ισλαμισμού. Το ποσοστό των αναποφάσιστων θα κρίνει πολλά στις ολλανδικές εκλογές, καθώς κυμαίνεται σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις από 50% ως 75%, δείγμα της αβεβαιότητας ως προς την ψήφο των πολιτών, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως το κοινοβούλιο της χώρας έχει 150 έδρες στο σύνολό του, για μία χώρα περίπου 10.000.000 κατοίκων.
Εν συνεχεία, αξίζει να σταθούμε στις εκλογές της Γαλλίας, στις οποίες υπάρχει ακόμη μεγαλύτερος ανταγωνισμός, με τη Λε Πεν να προηγείται των υπολοίπων υποψηφίων στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, ωστόσο να ηττάται στο δεύτερο από τον ανεξάρτητο υποψήφιο Μακρόν και τον κεντροδεξιό υποψήφιο Φρανσουά Φιγιόν, που βρίσκεται σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις στην τρίτη θέση της κούρσας. Η ανησυχία είναι έκδηλη για την υποψήφια του Εθνικού Μετώπου, η οποία σε δηλώσεις της άφησε ανοιχτό το παράθυρο για αποχώρηση της Γαλλίας από την ΟΝΕ, επιλογή που θα ήταν εξαιρετικά επιζήμια για την ίδια αλλά και για την ευρωζώνη συνολικά, καθώς θα επέφερε ένα φαινόμενο ντόμινο και κατάρρευση των υπολοίπων οικονομιών, ιδίως εκείνων του νότου που είναι πιο επιρρεπείς σε χρηματοπιστωτικές κρίσεις, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία. Μένει να φανεί κατά πόσο ο Φιγιόν θα παραμείνει στην διεκδίκηση της προεδρίας, καθώς η φήμη του έχει μειωθεί σημαντικά λόγω της εμπλοκής της οικογένειάς του σε σκάνδαλα οικονομικής φύσης στο πρόσφατο παρελθόν. Ταυτόχρονα, ο ανεξάρτητος υποψήφιος Εμανουέλ Μακρόν έχει μεγάλη υποστήριξη στο εσωτερικό της Γαλλίας, λόγω των φιλοδοξιών που τον διακατέχουν και του γεγονότος πως μπορεί να ενεργήσει αμερόληπτα και αντικειμενικά, όντας έτσι σε θέση να αντιμετωπίσει επιτυχώς την απειλή της Λε Πεν, η οποία βλέπει την εκλογική της δύναμη να αυξάνεται διαρκώς, ενώ μετά την ενεργή παρουσία της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι έτοιμη να περάσει τις πύλες του μεγάρου των Ηλυσίων. Ο πρώτος γύρος των γαλλικών εκλογών είναι προγραμματισμένος για τις 23/4, ενώ σε περίπτωση που δεν πλειοψηφίσει κάποιος εκ των υποψηφίων στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση, θα διεξαχθεί ο δεύτερος γύρος, δύο εβδομάδες αργότερα (07/05). Μεταξύ του κεντροδεξιού Φιγιόν και του ανεξάρτητου Μακρόν να σημειωθεί πως ο τελευταίος σύμφωνα με πρόσφατες δημοσκοπήσεις θα κέρδιζε τις εκλογές, δείγμα της αλλαγής που δυνητικά θα επιθυμούσαν οι Γάλλοι, αποδοκιμάζοντας το πολιτικό σύστημα του παρελθόντος και δοκιμάζοντας κάτι καινούριο και προοδευτικό.
Οι ομοσπονδιακές εκλογές της Γερμανίας στις 24/09 συγκεντρώνουν αναμφίβολα το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην Ευρώπη, καθώς δίχως άλλο είναι η ατμομηχανή της Ε.Ε., η ισχυρότερη χώρα στην γηραιά ήπειρο και ο καταλύτης των εξελίξεων κυρίως στην οικονομία και το εμπόριο. Η κάθοδος του πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς με το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα έχει αλλάξει τις ισορροπίες, καθώς πρόσφατα γκάλοπ του δίνουν προβάδισμα έναντι της καγκελαρίου Μέρκελ, η οποία θα διεκδικήσει την τέταρτη στη σειρά θητεία της, κάτι που αν γίνει, θα «ισοφαρίσει» τον Χέλμουτ Κολ, ο οποίος κυβέρνησε τη χώρα για 16 χρόνια (1982 – 1998). Ο πρώην δήμαρχος της Κολωνίας και βιβλιοπώλης στο επάγγελμα, Σουλτς, έδωσε νέα πνοή στο SPD, συμβάλλοντας στα μέγιστα στην άνοδο των ποσοστών του και στη μείωση της ψαλίδας από τον κυβερνητικό του εταίρο, τους Γερμανούς Χριστιανοδημοκράτες (CDU/CSU). Αξιοπρόσεκτη είναι και η πορεία του κόμματος “Εναλλακτική για τη Γερμανία”, το οποίο πηγαίνει εξαιρετικά στις δημοσκοπήσεις και εμφανίζεται ακόμη και στην τρίτη θέση, διεκδικώντας για πρώτη φορά την είσοδό του στη Bundestag από την ίδρυσή του, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως στις εκλογές του 2013 έχασε για μερικές χιλιάδες ψήφων τη δυνατότητα να εκπροσωπηθεί κοινοβουλευτικά, αγγίζοντας το κατώφλι του 5% (συγκέντρωσε 4,7%). Τα κυριότερα θέματα στην προεκλογική ατζέντα είναι το ελληνικό ζήτημα, οι μεταναστευτικές ροές και η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, τομείς οι οποίοι θα βρεθούν στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης το διάστημα ως την εκλογική αναμέτρηση. Ενδεικτικές είναι οι διαφορές εντός του κυβερνητικού συνασπισμού για την πορεία του ελληνικού προγράμματος ανάμεσα σε Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες, αλλά και μέσα στο κόμμα της Μέρκελ, με την καγκελάριο να διαμηνύει σε όλους τους τόνους πως η χώρα μας πρέπει να παραμείνει στην ευρωζώνη πάση θυσία, ενώ ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε εκφράζει τις ενστάσεις του για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις μέσα στο 2016 δοκίμασαν έντονα την επιτυχία της πολιτικής των ανοιχτών συνόρων που υιοθέτησε η καγκελάριος, εγείροντας σοβαρά ζητήματα για την εθνική ασφάλεια και ρίχνοντας τη δημοτικότητα της Μέρκελ, αυξάνοντας παράλληλα και τα ποσοστά του AfD, φέρνοντάς το μια ανάσα από τη γερμανική Βουλή και διογκώνοντας την ακροδεξιά ρητορική στη χώρα.
Πως πρέπει να αντιδράσουν η ελληνική κυβέρνηση και οι Βρυξέλλες στα αποτελέσματα των εκλογών στις τρεις αυτές χώρες; Με υπευθυνότητα, σοβαρότητα και σύνεση, λειτουργώντας ορθολογικά και με γνώμονα το εθνικό συμφέρον. Σε ό,τι αφορά την ελληνική πλευρά, οφείλει να κλείσει άμεσα και κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αξιολόγηση, αναπτύσσοντας αγαστή συνεργασία με τις αντίστοιχες κυβερνήσεις και κυρίως με τη γερμανική, η οποία επηρεάζει άμεσα στο πλαίσιο των θεσμών της Ε.Ε. την εξέλιξη του ελληνικού προγράμματος, στη βάση της επίτευξης μιας συμφωνίας που θα θέτει τις βάσεις για πραγματική και βιώσιμη επιστροφή στην ανάπτυξη. Σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, πρέπει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να προωθήσει αποτελεσματικά τους στόχους που έχει θέσει, σε σύμπραξη με τις χώρες, εξ’ ονόματος των οποίων λειτουργεί άλλωστε, στην βάση της άμεσης επίλυσης των θεμάτων που δοκιμάζουν εντόνως τη συνοχή της. Οψόμεθα!