Μέσα σε ενάμιση χρόνο πηγαίνουμε τρίτη φορά στις κάλπες. Σαφώς και οι εκλογές όπως και το δημοψήφισμα είναι κορυφαίες δημοκρατικές διαδικασίες. Τι συμβαίνει, όμως, όταν αυτές λαμβάνουν χώρα μόνο για «κατανάλωση»; Οδηγούμαστε νομοτελειακά σε ευτελισμό των διαδικασιών.
Στα μέσα του καλοκαιριού κληθήκαμε να ψηφίσουμε για ένα προτεινόμενο μνημόνιο με… όχι ή ναι στην συμφωνία. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν το όχι και με ένα κυρίαρχο ποσοστό της τάξης του 61% περίπου. Από το στόμα του πρωθυπουργού είχε ακουστεί, δε, πως η δική του Βουλή μνημόνια δεν ψηφίζει. Την επομένη, όμως, κιόλας του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος ο πρωθυπουργός έτρεξε να κάνει συμφωνία, δηλαδή να συνάψει μνημόνιο συνεργασίας με τους εταίρους. Και το ερώτημα είναι, γιατί το δημοψήφισμα; Το αποτέλεσμά του δεν εισακούστηκε και το μόνο που μας άφησε παρακαταθήκη είναι τα capital controls και οι κλειστές τράπεζες. Τίποτα άλλο, αφού δεν υπηρετήθηκε η απόφαση του ελληνικού λαού.
Στα μεθεόρτια του δημοψηφίσματος, άρχισε να ψιθυρίζεται και η απόδραση από την εξουσία. Έτσι, δηλαδή έλεγε κορυφαίο στέλεχος της απελθούσης κυβέρνησης. Μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ο πρωθυπουργός και αφού κάνει το όχι ναι, εν μία νυκτί, παλεύει στις Βρυξέλλες να κάνει μια συμφωνία. Τα μαντάτα όσο και να πάλεψε, δεν ήταν καλά. Χρειαζόμασταν πολλά χρήματα για να επιστρέψουμε εκεί που βρισκόμασταν τον Ιανουάριο και ακόμη περισσότερα για να επιστρέψουμε στην κανονικότητα.
Αφού υπερψηφίζεται η συμφωνία στην Βουλή από μέρος της συγκυβέρνησης και 3 κόμματα της αντιπολίτευσης, θεώρησαν όλοι πως το νερό άρχισε να μπαίνει στ’ αυλάκι. Κι όμως. Αντί να πάμε σ’ έναν νέο συνασπισμό κυβέρνησης με πρωθυπουργό τον παραιτηθέντα κ. Τσίπρα, αποφάσισε να πάει σε νέες εκλογές. Εδώ τίθεται το μεγάλο γιατί!
Η οικονομία βουλιάζει και υπάρχει όρεξη για τακτικισμούς;
Σύμφωνα, με όλες τις δημοσκοπήσεις, ύστερα από το πλήγμα στα εσωτερικά του που δέχθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι ζήτημα αν θα φτάσει το 30%, η αξιωματική αντιπολίτευση (ΝΔ) φαίνεται πως δεν μπορεί να προσπεράσει και θα κινηθεί και εκείνη κοντά στα ποσοστά του Γενάρη. Τα υπόλοιπα κόμματα βρίσκονται αρκετά πίσω.
Τα αποτελέσματα, δίχως να τα προεξοφλώ, δείχνουν τρεις δρόμους. Είτε θα γίνει μεγάλος συνασπισμός των δύο μεγάλων κομμάτων (κι ας αλληλοκατηγορούνται τώρα) είτε ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να φτιάξει μια προοδευτική κυβέρνηση με την συμπαράσταση της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗΣ (ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ) και του ΠΟΤΑΜΙΟΥ, ή θα ξαναπάει σε εκλογές.
Συμπερασματικά, η χώρα πρέπει να κυβερνηθεί. Αλλιώς δεν θα αλλάξει τίποτα. Όσοι ελιγμοί και να γίνουν από τους πολιτικούς αρχηγούς, η οικονομία αν δεν εκσυγχρονιστεί και αν δεν μεταρρυθμιστεί, δεν θα πάει προς το καλύτερο. Αρκεί, βέβαια, να θυμίσω πως οι εν λόγω πλειοψηφίες αριθμητικά έβγαιναν και από την προηγούμενη Βουλή. Οπότε, γιατί πάλι κάλπες;
Η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα αλλά η οικονομία έχει και γίναμε μάρτυρες όλοι μπρος στα αδιέξοδά της.