Χριστούγεννα, η πιο μεγάλη γιορτή αν όχι ολης σίγουρα ενός μεγάλου μέρους της ανθρωπότητας. Η γιορτή στην οποία οι άνθρωποι έρχονται πιο κοντά ο ένας με τον άλλο, ανταλλάσσουν δώρα, δίνουν ευχές, πίνουν μια κούπα ζεστό καφέ συζητώντας διάφορα, κάθονται όλοι γύρω από το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι μοιράζοντας στιγμές πραγματικής ανθρωπιάς. Είναι φορές που σκέφτομαι αν ήταν πάντα έτσι, δηλαδή εάν αυτή η γιορτή έφερνε πάντα τους ανθρώπους πιο κοντά και είμαι χαρούμενος που πήρα μια θετική απάντηση στην σκέψη μου αυτή.
24 Δεκεμβρίου, Πλούχστιρτ, Φλάνδρα, Βέλγιο. Καθώς ο Α’ Παγκόσμιος έχει ξεκινήσει ήδη και οι μάχες μέσα στα χαρακώματα μαίνονται, τα Γερμανικά χαρακώματα έμοιαζαν περισσότερο σαν Χριστουγεννιάτικη εκδήλωση σε κάποια πλατεία παρά σε χαρακώματα. Κεριά ήταν τοποθετιμένα κατα μήκος των χαρακωμάτων και σε αυτοσχέδια στολισμένα δέντρα καθώς και μια χορωδία έψαλε την Άγια Νύχτα γύρω στα μεσάνυχτα. Οι Βρετανοί στρατιώτες στα απέναντι χαρακώματα όχι απλά δεν άνοιξαν πυρ, όπως ήταν μαθημένοι, στα φώτα που έβλεπαν αλλά ανταπέδωσαν τα Χριστουγεννιάτικα “πυρά” ψάλλοντας και εκείνοι. Μετά από μερικές ώρες τα δύο αυτά αντίπαλα στρατώπεδα συναντήθηκαν παρά τις εντολές των ανωτέρων τους στο κέντρο της νεκρής ζώνης. Η Χριστουγεννιάτικη ανταρσία μόλις έιχε ξεκινήσει. Το πρωί της 25ης Δεκεμβρίου στην περιοχή του Πλούχστιρτ δεν υπήρχε πεδίο μάχης αλλά ένα πεδίο γιορτής όπου Γερμανικά και Βρετανικά στρατεύματα έψαλαν από κοινού ύμνους της ημέρας, συζητούσαν, αντάλλαζαν δώρα και κήδεψαν από κοινού τους νεκρούς τους. Η μέρα συνεχίστηκε με έναν μεγάλο αγώνα ποδοσφαίρου μεταξύ των δύο πλευρών (για την ιστορία οι Γερμανοί νίκησαν 3-2 τους Βρετανούς). Ήταν ένα “Χριστουγεννιάτικο θαύμα” ειρήνης και ανθρωπισμού.
Η εκεχειρία αυτή δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό καθώς τέτοιες ανεπίσημες εκεχειρίες έγιναν σε όλο το Δυτικό μέτωπο την ημέρα των Χριστουγέννων του 1914 που έμεινε στην ιστορία ως η Ανακωχή των Χριστουγέννων. Αλλού σε μεγαλύτερο και αλλού σε μικρότερο βαθμό, οι άνθρωποι άφησαν στα λασπωμένα χαρακωματα τα τουφέκια και τα κράνη τους και γιόρτασαν τα Χριστούγεννα μέσα στην τρέλα του πολέμου. Την επόμενη χρονιά, το 1915 σημειώθηκαν ξανά τέτοια περιστατικά εκεχειρίας αλλά σε πάρα πολύ μικρότερο βαθμό λόγω των εντολών των ανωτέρων να μην επαναληφθούν τέτοιες εκεχειρίες. Μετά τις αιματηρές μάχες του Σομμ και του Βερντέν οι “πολεμικές γιορτές” έπαψαν να λαμβάνουν χώρα καθώς το κάθε στρατόπεδο χαρακτήριζε πλέον τον αντίπαλο του ως “υπάνθρωπο”, έτσι τα Χριστουγεννιάτικα θαύματα σταμάτησαν.
Αυτή η ιστορία με έκανε να σκεφτώ και να αναρωτηθώ, ποια είναι η φύση του ανθρώπου τελικά, να πολεμάει και να σκοτώνει άλλους ανθρώπους ή να μοιράζεται και να έρχεται πιο κοντά με αυτούς; Βλέποντας την σημερινή διεθνή κατάσταση νιώθω ιδιαίτερη χαρά και πίστη για την ανθρωπότητα διότι έχει εξαλείψει σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο του πολέμου. Προφανώς θα μπορούσε και περισσότερο, όμως έχει κάνει μια μεγάλη προσπάθεια που έχει αποφέρει αποτελέσματα.Όμως στην συνέχεια η σκέψη μου πήγε ακόμα παραπέρα και αναρωτήθηκα: Γιατί δεν παραδειγματιζόμαστε από αυτούς τους ανθρώπους, που παρά τον λόγο που ήταν εκεί, τον πόλεμό, άφησαν στην άκρη τις διαφορές τους και γιόρτασαν μαζί. Γιατί δεν βάζουμε και εμεις τα μίση μας και τις διαφορές μας κατά μέρος και να προσπαθήσουμε “με μια κούπα καφέ στο χέρι” να συζητήσουμε για τα προβληματά μας και να τα λύσουμε; Πόσο καλύτερος θα ήταν ο κόσμος εάν ήταν κάθε μέρα 25η Δεκεμβρίου 1914…