Η αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαχειρισθεί άμεσα, αποτελεσματικά και ενιαία την προσφυγική κρίση είναι πασιφανής. Και μόνο το γεγονός πως σήμερα η συζήτηση στην Ευρώπη έχει μετατοπισθεί από την υποδοχή των προσφύγων στη διαχείριση των επιπτώσεων του αποκλεισμού τους μαρτυρά την παταγώδη αποτυχία στην ανάπτυξη μιας ισχυρής ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής.
Μετά τα ενθαρρυντικά συμπεράσματα του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά το οποίο συμφωνήθηκε ότι ένα ενιαίο ευρωπαϊκό σχέδιο και η κοινή δράση της Ε.Ε. με την Τουρκία είναι η μόνη ορθή λύση στην αντιμετώπιση της κρίσης, έσκασε σαν βόμβα η είδηση για το κλείσιμο των Βαλκανικών συνόρων. Οι αρχηγοί των αστυνομικών δυνάμεων της Αυστρίας, της Σλοβενίας, της ΠΓΔΜ, της Σερβίας και της Κροατίας συμφώνησαν να περιορίσουν τη ροή των μεταναστών σε περίπου 580 ανθρώπους την ημέρα. Η απόφαση αυτή δυσχεραίνει πολύ σημαντικά την αντιμετώπιση της κρίσης και φέρνει στην επιφάνεια τον απάνθρωπο χαρακτήρα μερών ενός οικοδομήματος που ιδρύθηκε για να προασπίσει αξίες, μα μέρα με τη μέρα αποδομείται.
Η κατάσταση έχει πάρει διαστάσεις τραγικότατες και ανεξέλεγκτες που μας θυμίζουν τις μεγάλες προσφυγικές κρίσεις του παρελθόντος. Χαρακτηριστικά στην Ελλάδα που διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην κρίση λόγω της γεωγραφικής και γεωπολιτικής της θέσης υπολογίζεται πως αυτή τη στιγμή υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες ενώ οι ημερήσιες αφίξεις κυμαίνονται μεταξύ δύο και τριών χιλιάδων. Οι πρόσφυγες κατακλύζουν στρατόπεδα και εθνικές οδούς από τον Πειραιά έως την Καβάλα, πάνω από 20.000 άνθρωποι βρίσκονται στο εθνικό δίκτυο της χώρας προσπαθώντας να φτάσουν με τα πόδια στην Ειδομένη, πρόσφατα η γέφυρα του Πηνειού μετατράπηκε σε καταυλισμό, το παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού έχει καταστεί άτυπο κέντρο φιλοξενίας, ενώ οι πρόσφυγες ξεχειλίζουν στην Πλατεία Βικτωρίας και τον Πειραιά. Οι συνθήκες είναι εξευτελιστικές για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και δεν υπάρχουν αρκετές υποδομές ικανές να δώσουν έστω μια ανάσα ελπίδας στο μαρτύριο των προσφύγων.
Η απόφαση των Βαλκανικών κρατών να κλείσουν τα σύνορά τους δεν συνάδει με τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για τους πρόσφυγες σύμφωνα με την οποία άτομο που έχει δικαιολογημένο φόβο δίωξης από την χώρα του υπάγεται στο καθεστώς του πρόσφυγα, έχει δικαίωμα στην διεθνή προστασία και δικαίωμα αίτησης πολιτικού ασύλου. Οι παραβιάσεις αυτές του Διεθνούς Δικαίου καθώς και οι αυτονομημένες δράσεις από μερίδες των ευρωπαϊκών κρατών υποσκάπτουν τα θεμέλια και τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και πρέπει άμεσα να βρεθεί κάποιο ισχυρό ευρωπαϊκό ανάχωμα διαφορετικά θα είναι σαν η ίδια η Ε.Ε. να εθελοτυφλεί μπροστά στην κατρακύλα της και την σταδιακά πλήρη αποδόμησή της. Η λύση είναι μία: το δόγμα «κλειστά σύνορα και εθνικές λύσεις» πρέπει να παραμεριστεί σθεναρά από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και να υπάρξει υποχρεωτικός διαμερισμός των βαρών και της ευθύνης αναλογικά στα κράτη μέλη. Γιατί μόνο μία ουσιαστικά ενοποιημένη Ευρώπη στην οποία θα κυριαρχούν οι σήμερα φθαρμένες αρχές της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των βαρών θα μπορέσει να δώσει λύση σε κρίσιμα προβλήματα της ανθρωπότητας.
Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε την σημασία της σωστής συνεργασίας με την Τουρκία που αποτελεί χώρα κλειδί για τον καλύτερο έλεγχο των εξωτερικών συνόρων. Οι εξελίξεις απέδειξαν πως η ήδη τελεσθείσα συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία δεν απέδωσε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Παρά τα 3 δισεκατομμύρια που συμφωνήθηκε να δοθούν από την Ε.Ε. στην Τουρκία ύστερα από κύκλο φλεγόμενων διαπραγματεύσεων, οι τουρκικές αρχές δεν πράττουν αυτό που πρέπει προκειμένου να εμποδίσουν ή να μειώσουν τις ροές ενώ όσον αφορά την μετεγκατάσταση οι αρχές δέχθηκαν πίσω ελάχιστους μετανάστες. Είναι προφανές πως η Τουρκία προσπορίζεται από το δουλεμπόριο – διότι περί αυτού πρόκειται – πολύ μεγαλύτερα ποσά από τα 3 δις της Ε.Ε. ενώ παράλληλα ξεφορτώνεται και τους ανεπιθύμητους «εισβολείς». Έτσι ο αριθμός των αιτούντων άσυλο που εισήλθε στην Ελλάδα από την Τουρκία συνεχίζει να αυξάνεται ενώ το κλείσιμο των συνόρων εντείνει μια ήδη δύσκολη κατάσταση. Στις 6 Μαρτίου αναμένεται σύνοδος της Ε.Ε. με την Τουρκία και ελπίζουμε να δοθούν πρακτικές λύσεις στο πρόβλημα. Το ζητούμενο είναι στο πλαίσιο μιας ειλικρινούς συνεργασίας, η Τουρκία να καταγράφει τους πρόσφυγες, να τους εφοδιάζει με τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα, να δέχεται ταχύτερα πίσω στο έδαφός της μετανάστες των οποίων οι αιτήσεις ασύλου απορρίπτονται και να στηρίζει την Ε.Ε. στην διαδικασία επαναπροώθησης τους σε άλλες χώρες. Όσον αφορά τώρα το σχέδιο Ρωσίας και ΗΠΑ για την κατάπαυση του πυρός στη Συρία, το οποίο αποδέχθηκαν οι εμπόλεμες πλευρές, αδιαμφισβήτητα η εκεχειρία αποτελεί μια μεγάλη ανάσα και μια δόση αισιοδοξίας. Δυστυχώς όμως, τίποτα δεν είναι βέβαιο και μόνιμο, οι ισορροπίες είναι λεπτές, τα συμφέροντα αντικρουόμενα και το πολεμικό μένος δεν εξαλείφεται. Ο φόβος ότι η κυβέρνηση και οι σύμμαχοί της θα επιτεθούν γρήγορα σε αντάρτες υπό το πρόσχημα πως ανήκουν σε τρομοκρατικές οργανώσεις δεν μπορεί να παραμερισθεί.
Ανακεφαλαιώνοντας, η Ε.Ε. καλείται να αντιμετωπίσει μια κρίση που εξαιτίας των κακών χειρισμών της, έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις. Για να υπάρξει λύση πρέπει να υπάρξει ενιαία συντονισμένη δράση και είναι αδιανόητο όπως επεσήμανε και ο Δ. Αβραμόπουλος, επίτροπος Μετανάστευσης, τη στιγμή που ένας ευρωπαϊκός λαός αγωνίζεται να στήσει δομές κάποιοι άλλοι να υψώνουν φράκτες. Μια Ευρώπη που χτίζει φράκτες δεν είναι η Ευρώπη που οραματίστηκαν οι ιδρυτές της αλλά ένα ασθενικό μόρφωμα που εκπίπτει από το αξιακό σύστημα πάνω στο οποίο θεμελιώθηκε το Ευρωπαϊκό Όραμα.