Λίγα 24ωρα έχουν περάσει από τότε που η Ολομέλεια της Βουλής ψήφισε σχεδόν ομοφώνως το σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών ενστερνιζόμενη, θα λέγαμε χαριτολογώντας, το πνεύμα των ημερών που επιβάλλει αγάπη, σεβασμό και στοργή μεταξύ των ανθρώπων, χωρίς ταμπέλες και διαχωρισμούς. Όπως είναι αντιληπτό, βέβαια, η στιγμή της ψήφισης του είναι τυχαία καθώς η συζήτηση για το ζήτημα αυτό είχε άλλη αφετηρία.
Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή, ήδη από το 2008 έγιναν προσπάθειες ψήφισης μιας πρώιμης μορφής του συμφώνου με το νόμο 3719. Ο νόμος αυτός προτάθηκε προς ψήφιση από την τότε κυβέρνηση υπό τις πιέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου, ωστόσο από τον νόμο αυτό αφαιρέθηκε το άρθρο που αναφερόταν στη συμβίωση των ομόφυλων ζευγαριών λόγω του φόβου για πολιτικές αναταραχές, εσωκομματικές έριδες (η ΝΔ είχε εκλεγεί τότε με ισχνή πλειοψηφία) και εκκλησιαστικές διαμάχες, ενώ τα χρόνια που ακολούθησαν και η οικονομική κρίση οδήγησαν στη δημιουργία πέπλου νομοθετικής αδράνειας γύρω από το ζήτημα. Το θέμα τέθηκε ξανά στο προσκήνιο της μιντιακής και όχι μόνο ατζέντας, μετά το χαμό του γνωστού ηθοποιού Μηνά Χατζησάββα και τις δηλώσεις του, επί πολλών συναπτών ετών, συντρόφου του για τις γραφειοκρατικές δυσκολίες που συνάντησε μετά το θάνατο του αγαπημένου του. Χρειάστηκε στη συνέχεια, ο κακεντρεχής και υπερφίαλος σχολιασμός γνωστού πολιτικάντη επί των δηλώσεων του συντρόφου για να ενεργοποιηθεί η πολιτική-νομοθετική τάξη και να συνειδητοποιήσει το δικαίωμα αλλά και τις δυσκολίες, κάθε είδους, που αντιμετωπίζουν τα ομόφυλα ζευγάρια, προχωρώντας στην τελική ψήφιση του συμφώνου.
Τι είναι όμως το σύμφωνο συμβίωσης; Καταρχάς, πρέπει να αναφέρουμε ότι το Σύμφωνο συμβίωσης στην παρθενική του εμφάνιση στις χώρες του εξωτερικού αφορούσε μόνο τα ομόφυλα ζευγάρια καθώς, ακόμα και οι χώρες αυτές δεν ήταν έτοιμες να δεχτούν τη “στρέβλωση” του θεσμού της οικογένειας και του γάμου. Όπως δηλώνει και το όνομά του αποτελεί ένα καταστατικό συμβίωσης μεταξύ του ζευγαριού που καθόριζε τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των δύο μερών τόσο στη διάρκεια της κοινής τους ζωής όσο και μετά το θάνατο του ενός. Η διαδικασία που ακολουθεί το ζευγάρι προκειμένου να τεθεί σε ισχύ το σύμφωνο είναι εξαιρετικά απλή. Απαιτείται μια συμβολαιογραφική πράξη και κατάθεση της στο ληξιαρχείο των συμβαλλόμενων μερών. Στο σημείο αυτό ωστόσο να επισημάνουμε ότι νομικά οι συμβαλλόμενοι δεν αναγνωρίζονται ως σύζυγοι, έτσι σε περίπτωση φυσικής απώλειας του ενός εκ τω 2 ο σύντροφος θα λαμβάνει τα 1/3 της περιουσίας σε αντίθεση με τη περίπτωση του γάμου οπότε θα λάμβανε τα 2/3 της περιουσίας. Ωστόσο, εξαιρώντας το καθαρά νομικό κομμάτι το σύμφωνο συμβίωσης αποτελεί μια εγγύηση «εκπολιτισμού», αν είναι δόκιμος ο όρος, μια καινούρια αρχή δηλαδή στο χώρο των δικαιωμάτων , μια αρχή που άργησε πολύ να γίνει, ειδικά αν δούμε τι συνέβη στο εξωτερικό.
Η Ελλάδα είναι η προτελευταία χώρα (τελευταία είναι η Λιθουανία) που υιοθέτησε το σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών, παρά τις συνεχείς συστάσεις και την προ 2 χρόνων τιμωρία της από το Δικαστήριο των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Τα παραπάνω συμβαίνουν τη στιγμή που το τοπίο αποδοχής της ομόφυλης συμβίωσης μοιάζει εντελώς διαφορετικό σε επίπεδο εξωτερικού. Μόλις τον Ιούνιο το Ανώτατο δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής χάραξε το νομοθετικό πλαίσιο για τη σύναψη γάμου μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών μάλιστα προς επιβεβαίωση του παραπάνω ο Λευκός Οίκος «ντύθηκε» στα χρώματα του ουράνιου τόξου. Ενώ τον Μάιο του 2015 το 62,3% του Ιρλανδικού λαού ψήφισε υπέρ στους γάμους των ομόφυλων ζευγαριών. Το χάσμα κυρίως σε επίπεδο νοοτροπίας παραμένει αγεφύρωτο όπως δηλώνει και η έρευνα Ευρωβαρόμετρο για το 2015. Σύμφωνα με αυτήν περίπου το 63% των πολιτών της Ελλάδας και της Κύπρου (χώρες δηλαδή του δυτικού ευρωπαϊκού τόξου) τάσσονται κατά του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, ενώ περισσότερο κάθετες εμφανίζονται η Μολδαβία και η Ρωσία.
Τα αίτια της παραπάνω στάσης και της γενικότερης αρνητικότητας από πλευράς της Ελλάδας δύσκολα εντοπίζονται με γυμνό μάτι. Η ελληνική κοινωνία είναι βαθιά και ακραία παραδοσιακή. Η παραδοσιακότητα αυτή αναμιγνυόμενη με τις κοινωνικές μεταβολές μοιάζει να περιχαρακώνεται και να αποκλίνει από τις διαχρονικές αξίες σεβασμού και πίστης στην ανθρωποσύνη του καθένα, έτσι γεννιούνται νέες φτιαχτές έννοιες που βαπτίζονται ως «αξίες» και κρίνουν μόνο αυτό που βλέπουν ενώ παραμένουν έρμαιο στα χέρια των γνωστών αγνώστων που δεν διστάζουν να τις εκστομίζουν για να δικαιολογήσουν την δυσφορία τους σε αυτό που θεωρούν ως διαφορετικό. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στο χώρο της θρησκείας -ή καλύτερα της θρησκοληψίας- όπου άνθρωποι των κόλπων της (Αμβρόσιος, Σεραφείμ), έσπευσαν να κηρύξουν όχι «το αγαπάτε αλλήλους» αλλά το «αγαπάτε το μίσος στο νέο» προβαίνοντας σε εκβιασμούς περί αφορισμού για όσους βουλευτές ψήφιζαν το σύμφωνο. Δεν είναι άραγε καπηλευτές του δόγματος της χριστιανοσύνης; Μάλλον ναι… Κερδίζοντας έτσι επάξια μια θέση στη κόλαση του παροπιδισμού και της μνησικακίας. Ή μήπως αυτός είναι τελικά ο παράδεισός τους; Ιδού το ερώτημα.