Ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα που κυριαρχούν στη δεδομένη χρονική συγκυρία στον πλανήτη μας είναι δίχως άλλο η κρίση στην Ουκρανία και οι εξελίξεις που σηματοδοτούνται στη γύρω περιοχή, αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Μία κρίση που γιγαντώθηκε ραγδαία μετά το δημοψήφισμα στις 16/03/2014 που διεξήχθη στην Κριμαία με θέμα το αίτημα των κατοίκων της περιοχής να αποσχισθούν από την Ουκρανία και να δημιουργήσουν δικό τους ξεχωριστό κρατίδιο, φιλικά προσκείμενο προς τη Ρωσία, λόγω και του γεγονότος ότι η συντρηπτική πλειοψηφία των κατοίκων της περιοχής αυτής ομιλεί τη ρωσική γλώσσα. Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι ένα ακόμη συμβάν που δισχέρανε την κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή ήταν η απόφαση των κυβερνήσεων της Ουκρανίας, της Μολδαβίας και της Γεωργίας να υπογράψουν σύμφωνο ελευθέρου εμπορίου και συναλλαγών με την Ευρωπαϊκή Ένωση, γεγονός που ενόχλησε τη Ρωσία λόγω των ισχυρών δεσμών που συνδέεουν τις εν λόγω χώρες. Επικρατεί πια πολιτική αβεβαιότητα στη χώρα, διεξήχθησαν εκλογές, το αποτέλεσμα των οποίων ανέτρεψε τον τέως πρόεδρο Victor Janukovich και έφερε στην εξουσία τον Petro Poroschenko, χωρίς ωστόσο να αλλάζει σημαντικά η κατάσταση.
Ας δούμε, όμως, το ρόλο που επιτελούν οι μεγάλες δυνάμεις σε αυτή την υπόθεση, προσεγγίζοντας το θέμα από 2 διαφορετικές οπτικές γωνίες: της Ρωσίας από τη μία και της Δύσης από την άλλη.
Η Ρωσία, έχοντας το ρόλο της υπέρτατης δύναμης στην Ανατολική Ευρώπη, επιζητεί τον έλεγχο της κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή χρησιμοποιώντας θεμιτά και αθέμιτα κάποιες φορές μέσα για να το κάνει, παρεμβαίνοντας ενδεχομένως και στην εσωτερική πολιτική σκηνή πολλών κρατών. Επιδιώκει μάλιστα την προσάρτηση της Κριμαίας στα εδάφη της με ενδεικτικό το γεγονός ότι έχει αποστείλλει στρατιωτική δύναμη στην εν λόγω περιοχή προκειμένου να διασφαλίζεται η τάξη και η ασφάλεια. Προβαίνει συχνά πυκνά σε επίδειξη στρατιωτικής ισχύος, προκειμένου να φοβίσει τη Δύση και να περιορίσει τη δράση της στα τεκταινόμενα. Πολλοί αναλυτές κάνουν λόγο για μία επανάληψη του Ψυχρού Πολέμου που έλαβε χώρα από τη δεκαετία του ’50 ως το 1991 μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Πλέον έχουμε το δίπολο Ρωσία – Δύση, δύο ισχυρούς παίκτες που επί της ουσίας διαπραγματεύονται τις τύχες ενός ολόκληρου λαού, των Ουκρανών. Η Ρωσία επέβαλε προσφάτως εμπάργκο στην εισαγωγή προϊόντων από την ΕΕ, τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία ως αντίποινα στις κυρώσεις που επεβλήθησαν από τις εν λόγω χώρες και ως μέσο πίεσης προς αυτές να απεμπλακούν από τη συμμετοχή τους στην αντιμετώπιση της κρίσης που επικρατεί.
Από την άλλη, έχουμε τις δυτικές χώρες, οι οποίες επιδιώκουν να συντελέσουν στην επίλυση της κρίσης που επικρατεί στην Ουκρανία, με τις ΗΠΑ και την ΕΕ να αναλαμβάνουν ηγετικό ρόλο στις προσπάθειες για την εξομάλυνση της κατάστασης. Η επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία είναι ένα μέσο πίεσης ώστε να λειτουργεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και να διαπραγματευτεί με όλα τα συμβαλλόμενα μέρη προκειμένου να βρεθεί μία συμβιβαστική λύση για να δοθεί τέλος στα προβλήματα που υφίστανται στην ανατολική Ουκρανία άμεσα. Άμεσα συναρτώμενο με αυτό είναι και το γεγονός πως κουφαία στελέχη της ευρωπαϊκής και αμερικανικής διπλωματίας συναντώνται με Ουκρανούς και Ρώσους αξιωματούχους, προκειμένου να αναληφθούν άμεσα πρωτοβουλίες για τη βελτίωση των συνθηκών και την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στους πολίτες της Ουκρανίας. Το ΝΑΤΟ καταδίκασε τη στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στην περιοχή, ενώ ταυτόχρονα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απέρριψε το δημοψήφισμα που επρόκειτο να διεξαχθεί στην Κριμαία στις 16/03 λίγες μέρες νωρίτερα, στις 12/03. Οι εταίροι της Ρωσίας απέβαλαν τη χώρα από τη G8, ενώ ταυτόχρονα ανεβλήθησαν οι εργασίες της συνόδου κορυφής στο Σότσι τον Ιούνιο του 2014.
Συνοψίζοντας, αυτό που μπορεί να αποτελέσει το κλειδί για την αντιμετώπιση της κρίσης στη γύρω περιοχή είναι η συνεχής και υπομονετική διπλωματία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων φορέων, πάντοτε με γνώμονα το κοινό καλό και προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Ουκρανικού λαού, ο οποίος δοκιμάζεται τους τελευταίους 6 μήνες από μία σοβαρότατη ανθρωπιστική κρίση και κυριολεκτικά υποφέρει από πείνα, κακουχίες και φτώχεια λόγω της παύσης κάθε οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα και της τεράστιας μείωσης του ΑΕΠ. Απαιτείται από τις μεγάλες δυνάμεις υπευθυνότητα και σοβαρότητα προκειμένου να δοθεί άμεσα λύση στα προβλήματα μίας περιοχής με γεωστρατηγικό χαρακτήρα και πλούσια σε κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου, από την οποία μπορεί να υπάρξει σημαντικό όφελος για όλους εν καιρώ ειρήνης. Ο χρόνος και οι εξελίξεις θα κρίνουν για άλλη μία φορά την έκβαση των πραγμάτων, ωστόσο η άμεση δράση μπορεί να είναι το αντίδοτο για το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί τους τελευταίους 6 μήνες.