Αργυρώ Κασώτη – Αρχισυνταξία
Το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου δεν είχε μονάχα ένα διφορούμενο και διχαστικό αποτέλεσμα για το τουρκικό λαό αλλά σίγουρα αποτέλεσε και μία αμφίβολή νίκη για τον τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος να είναι οριακό, μόλις 51,4% (ΝΑΙ) έναντι 48,6% (ΟΧΙ), ο Τούρκος Πρόεδρος δεν είναι σε θέση να θριαμβολογεί για το εκλογικό αποτέλεσμα, παρόλο που κατάφερε να πραγματοποιήσει την συνταγματική μεταρρύθμιση αλλάζοντας την πολιτική βάση της χώρας του. Η Τουρκία βιώνει ένα ολοένα και βαθύτερο κοινωνικό και πολιτικό χάσμα το οποίο θα οδηγήσει σταδιακά σε μία περίοδο ανασφάλειας και αβεβαιότητας με βασικό της χαρακτηριστικό την έλλειψη της ελευθερίας.
Η στροφή προς ένα κράτος βαθιά θρησκευτικό και συντηρητικό έρχεται σε αντίθεση με την πολιτική που κυριαρχούσε την προηγούμενη δεκαετία. Στις αρχές του 2000 το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (ΑΚΡ) φαινόταν να αλλάζει την πορεία της Τουρκίας, εξαλείφοντας την αντι-δυτική ρητορική και υιοθετώντας μία πιο φιλοευρωπαϊκή στάση, προσκόπτοντας σε μία θέση – μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνάμα, όλοι βλέπανε την Τουρκία να στρέφεται προς ένα μονοπάτι όπου θα την καθιστούσε ηγέτιδα του μουσουλμανικού κόσμου, και θα έχτιζε μία γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Την τελευταία όμως πενταετία, η Τουρκία βρίσκεται σε μία μεταβατική πορεία που ολοένα και περισσότερο βυθίζει την χώρα σε μία περίοδο έντονου αυταρχισμού και ακραίου λαϊκισμού. Το δημοψήφισμα ήρθε να επιβεβαιώσει τον κατακερματισμό της ευρύτερης περιοχής και την μεγέθυνση του κοινωνικού χάσματος.
Χαρακτηριστικό είναι ότι οι περιοχές των Μικρασιάτικων και Μεσογειακών παράλιων αλλά και όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Άγκυρα, η Κωνσταντινούπολή, η Σμύρνη κ.α. ψήφισαν αρνητικά, ενώ οι κάτοικοι της Κεντρικής Ανατολίας, που αποτελούν και το πιο συντηρητικό τμήμα της χώρας, στήριξαν τον Τούρκο Πρόεδρο και την συσπείρωση των εξουσιών στο πρόσωπό του. Το πρόβλημα που αναδύεται, δεν είναι μόνο πολιτικό και κοινωνικό αλλά διχάζει και την οικονομία της χώρας που ολοένα και οδηγείται σε βαθύτερη ύφεση. Η υποτίμηση της λίρας, οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, η απομάκρυνση των επενδυτών σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες τρομοκρατικές ενέργειες και την πολιτική αστάθεια, αποτελούν στοιχεία μίας περιόδου αβεβαιότητας που ξημερώνει στη γείτονα χώρα.
Παναγιώτης Ευστάθιος Παπαδόπουλος – Επιμέλεια Άρθρων Πολιτικής
Το δημοψήφισμα στην Τουρκία ήταν ένα πολιτικό εργαλείο το οποίο ο λαός στη παρούσα φάση χρειαζόταν προκειμένου να εκφραστεί ελεύθερα χωρίς φόβο έχοντας απέναντι του τον πρόεδρο Ερντογάν. Το τελικό αποτέλεσμα μπορεί ως ένα βαθμό να δικαίωσε τον Ερντογάν ωστόσο το γεγονός πως η διαφορά του ΝΑΙ με το ΟΧΙ ήταν πολύ μικρή, σε συνδυασμό με τη τελική ψήφο των μεγάλων πόλεων αναδεικνύει ένα μεγάλο πρόβλημα. Η κοινωνία είναι διχασμένη και αυτό έγινε ξεκάθαρο αμέσως μετά την ανακοίνωση των αναλυτικών αποτελεσμάτων. Βέβαια κανείς δεν πρέπει να νομίζει πως ο πρόεδρος της Τουρκίας θα αλλάξει. Όχι. Παρά την διχασμένη ψήφο των πολιτών ο Ερντογάν πήρε αυτό που ήθελε και αυτό είναι και το κομμάτι στο οποίο θα δώσει μεγάλη έμφαση. Παρά το γεγονός πως δεν πήρε την ψήφο των πλούσιων και αναπτυγμένων πόλεων αλλαγή στάσης δεν θα υπάρξει. Αντίθετα η στάση αυτή θα σκληρύνει και άλλο με τα αποτελέσματα να είναι μη ορατά. Με τη στάση αυτή θα προσπαθήσει να πείσει ακόμα και αυτούς που δεν τον ψήφισαν πως αυτό που θέλει θα το κάνει δικό του.
Με την αλλαγή σκυτάλης στο θέμα των εξουσιών και τη μεταφορά περισσότερων εξουσιών στο πρόσωπο του προέδρου θα τονωθεί ακόμα πιο πολύ η ήδη φορτισμένη ατμόσφαιρα. Στο εσωτερικό θα υπάρξουν μεγάλοι διχασμοί και αλλαγές αλλά και στον παράγοντα εξωτερικό η απόφαση των πολιτών να παραχωρήσουν τόσες εξουσίες στον πρόσωπο του Ερντογάν μάλλον δεν αντιμετωπίζεται με τόσο θετικό τρόπο. Ωστόσο το σίγουρο είναι μόνο ένα. Το θέμα Τουρκία θα απασχολήσει πάρα πολύ όχι μόνο τον παράγοντα Ευρώπη αλλά και όλους τους υπόλοιπους λαούς.
Γρηγόρης Γκίζας – Επιμελητής Άρθρων Διεθνών Θεμάτων
Το δημοψήφισμα στην Τουρκία που έλαβε χώρα στις 16 του Απριλίου έρχεται να ταράξει τα ήδη ταραγμένα νερά της περιοχής, γύρω φυσικά από το Αιγαίο. Το ζήτημα και το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν η αναθεώρηση του συντάγματος. Με την υπεροχή του Ναι έναντι του Όχι στην μεταρρύθμιση αυτή, η χώρα εισήλθε πλέον σε μια νέα τροχιά. Πρόκειται πλέον για μια σταδιακή πορεία προς μια προεδρική δημοκρατία αντί της έως τώρα κοινοβουλευτικής.
Ανησυχίες έχουν εκφραστεί στο εσωτερικό από την αντίπαλη πλευρά η οποία αποτελεί το 48% του συνόλου, σε μια δημοκρατική διαδικασία που οδήγησε το 80% της Τουρκίας στις κάλπες. Δημιουργεί εντύπωση και είναι άξιο αναφοράς το γεγονός ότι οι 2 μεγαλύτερες πόλεις και η πρωτεύουσα – Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη και Άγκυρα – ήταν κατά της αναθεώρησης του πολιτικού συστήματος της χώρας. Σε διεθνές επίπεδο υπήρξαν αντιδράσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς είναι προφανές ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο μερών θα επηρεαστούν αρνητικά. Σχετικά με την ένταξη της χώρας φαίνεται να διευρύνεται το χάσμα αντί της γεφύρωσής του, όπως είχε δοθεί η εντύπωση την πρόσφατη περίοδο της διεθνούς αναταραχής με τα προσφυγικά ρεύματα από τη Συρία και τις γειτονικές χώρες, που έρεαν κατά εκατοντάδες χιλιάδες στην Τουρκία και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Στο εσωτερικό, μεγάλες αλλαγές πρόκειται να έρθουν στο προσκήνιο με το δημοκρατικό σύστημα του «ελέγχου και των ισορροπιών» να τραντάζεται ολάκερο. Ακόμη έχει γίνει λόγος από τον πρόεδρο Ερντογάν για επαναφορά της θανατικής ποινής. Ίσως δεν είναι υπερβολικό αυτό που υποστηρίζεται από το ευρύ κοινό για μια σταδιακή αλλαγή της δήθεν δημοκρατικής Τουρκίας του αυταρχισμού σε μια δικτατορία, όταν μάλιστα κανείς λάβει υπόψη το παρελθόν της χώρας και της εθιμικής της υποστήριξης σε ισχυρά πρόσωπα και σε προσωποπαγείς κυβερνήσεις. Επομένως δεν είναι αφύσικο να δημιουργείται αντιστοίχως και ανησυχία για έναν πανίσχυρο πολιτικό ηγέτη στο πρόσωπο του Ερντογάν, που θα μπορεί να ελέγξει την εκτελεστική αλλά και την νομοθετική εξουσία ταυτόχρονα. Όπως πρόσφατα μου το έθεσαν με μια δόση ειρωνικής υπερβολής: «Η Τουρκία ψήφισε τον Ερντογάν για χαλίφη».