Ο πρώτος γύρος των γαλλικών Περιφερειακών εκλογών συνοδεύτηκε από μία δυσάρεστη αλλά αναμενόμενη έκπληξη, καθώς το ακροδεξιό μόρφωμα της Marine Le Pen κυριάρχησε, έναντι των αντιπάλων του σε έξι εκλογικές περιφέρειες, με αποτέλεσμα να αναρριχηθεί, για δεύτερη φορά στην ιστορία του, στην πρώτη θέση του γαλλικού πολιτικού συστήματος.
Το κυβερνών κόμμα μπροστά στο «μαύρο σενάριο» της επικράτησης του Εθνικού Μετώπου και στο δεύτερο γύρο της εν λόγω εκλογικής αναμέτρησης προέβη σε έναν πολιτικό τακτικισμό, ο οποίος φέρει τις ρίζες του στις Προεδρικές εκλογές του 2002. Οι Σοσιαλιστές έσπευσαν να αποσύρουν τους υποψηφίους του, υπέρ των Ρεπουμπλικάνων, σε δύο από τις πιο ευαίσθητες και εκλογικά κερδοφόρες, για το Εθνικό Μέτωπο, περιφέρειες, τη Νορ-Πα-ντε-Καλέ-Πικαρδία και την Προβηγκία-Άλπεις-Κυανή Ακτή, προκειμένου να αποτρέψουν κάθε ενδεχόμενο εκλογής της Marine Le Pen και της Marion – Maréchal Le Pen αντίστοιχα.
Πιο αναλυτικά τα κυβερνητικά κόμματα, τα οποία διαθέτουν παράδοση στη σύσταση συμμαχιών ύστερα από τον «εκλογικό σεισμό» του 2002, αντιμετώπισαν για ακόμα μία φορά επιτυχώς τον κοινό εχθρό, καθώς ο πολιτικός φορέας της ριζοσπαστικής δεξιάς δεν επικράτησε σε καμία εκλογική περιφέρεια με αποτέλεσμα να υποστεί μία βαριά ήττα. Το Κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, ο νικητής της χθεσινής εκλογικής δοκιμασίας εξέλεξε εφτά περιφερειάρχες, ενώ οι Σοσιαλιστές κυριάρχησαν σε πέντε περιφέρειες. Παράλληλα η μαζική προσέλευση των Γάλλων πολιτών στις κάλπες, η οποία ανήλθε κοντά στο εντυπωσιακό ποσοστό του 58,5%, λειτούργησε ως ανάχωμα και δεν επέτρεψε την εκλογή κάποιου ακροδεξιού εκπροσώπου ακόμα και στις περιφέρειες, οι οποίες αποτελούν εκλογικά προπύργια του Εθνικού Μετώπου.
Είναι γεγονός, πως το ανησυχητικό ποσοστό της τάξεως του 27%, που κατέγραψε το Front National στον πρώτο γύρο των Περιφερειακών εκλογών, ενισχύθηκε ως ένα βαθμό εξαιτίας των ισλαμιστικών τρομοκρατικών επιθέσεων, που έπληξαν το Παρίσι. Ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος, είτε προσήλθε στις κάλπες διαπνεόμενο από αισθήματα διαμαρτυρίας, φόβου και αγωνίας για το τι «μέλλει γενέσθαι» είτε επέλεξε να απέχει, συνέβαλε στην εκλογική διεύρυνση του Εθνικού Μετώπου. Το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των Περιφερειακών εκλογών θα μπορούσε να εκληφθεί ως μία «πολιτική προειδοποίηση» προς τους κυβερνητικούς φορείς, σε μία εκλογική αναμέτρηση, η οποία εφόσον εντάσσεται στο πεδίο των εκλογών «δεύτερης τάξης», επιτρέπει την προσωρινή κομματική αποστοίχηση των ψηφοφόρων. Οι εκλογείς επιλέγοντας, είτε να αποποιηθούν την κομματική τους ταυτότητα, υπέρ του FN, είτε να αποστασιοποιηθούν, εξέφρασαν τη διαμαρτυρία τους προς τα κυβερνητικά κόμματα ενόψει και των επικείμενων Προεδρικών εκλογών του 2017.
Ωστόσο σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να χαρακτηρίζουμε την ψήφο στην άκρα δεξιά ως ευκαιριακή και συγκυριακή, καθώς διαφαίνεται, πως το ακροδεξιό μόρφωμα υποστηρίζεται από ένα σταθερό εκλογικό σώμα, το οποίο εμπνέεται από το ιδεολογικό του αφήγημα. Η Marine Le Pen μετά την ανάληψη της ηγεσίας, στοχεύοντας στην «ιδεολογική αποδαιμονοποίηση» του Εθνικού Μετώπου και στην απαγκίστρωση του από τα βαρίδια της εξτρεμιστικής δεξιάς, κατάφερε να πείσει τους εκλογείς, πως το FN έχει εισέλθει στο πεδίο της συμβατής πολιτικής σκηνής.
Το «ιδεολογικά καμουφλαρισμένο» Εθνικό Μέτωπο έχοντας αφουγκραστεί τις ανεπιτυχείς εκκλήσεις της κοινωνίας, προς τα κατεστημένα κόμματα, για περιβολή πολιτικής μέριμνας γύρω από ορισμένα ζητήματα (demand side), έχει δημιουργήσει μία ανάλογη ατζέντα, η οποία παρέχει ελκυστικές και δημαγωγικές λύσεις προς την κοινωνία (supply side). Η περιστροφή του πολιτικού προγράμματος γύρω από τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής ύφεσης, τη διόγκωση της ανεργίας και της τρομοκρατίας ως συνέπειες της μετανάστευσης και την αμφισβήτηση προς το ευρωπαϊκό εγχείρημα σε συνδυασμό με τη διαχειριστική ανεπάρκεια των κυβερνητικών κομμάτων να προσδώσουν λύσεις σε μείζονα ζητήματα δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για την πολιτική θεμελίωση και εκλογική διακλάδωση του Εθνικού Μετώπου.