Ενώ το τελευταίο διάστημα παρατηρείται η αύξηση με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου στη χρήση των όρων Brexit και παλιότερα του γνωστού σε όλους Grexit, γεγονός που απεικονίζει την σαθρά δομημένη θεσμική υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διακρίνεται μια αδιαφορία ή μη επαρκή πληροφόρηση όσον αφορά τις ενδοκρατικές εθνικές αποσχίσεις και διακηρύξεις από τη “Μητέρα-Πατρίδα”.
Με αφορμή , λοιπόν, την πρόσφατη δήλωση του πρωθυπουργού της Ισπανίας Mariano Rajoy για την επιθυμία σύναψης συμφώνου ενότητας με την Καταλονία, στα πλαίσια “της διαφύλαξης της εθνικής κυριαρχίας, της ισότητας αναφορικά με την ίση μεταχείριση και τα πολιτικά δικαιώματα καθώς και του σεβασμού στο νόμο”. Από πνεύμα ενότητας διαπνέεται και η ανεξάρτητη πλέον τυπικά Καταλονία, καθώς παρατηρούνται εξεφρασμένες πεποιθήσεις που πραγματεύονται την αποκαθήλωση του μέχρι τότε ένθερμου υποστηρικτή της ανεξαρτησίας, αντικαπιταλιστή και ευρωσκεπτικιστή Artur Mas, αν και υπερψηφίστηκε η διακήρυξη ανεξαρτησίας. Ωστόσο, η Καταλονία δεν είναι η μόνη περιοχή που ζητά την ενδοκρατική αυτονόμηση και την δημιουργία ενός ανεξάρτητου και εθνικού κυρίαρχου κράτους στους κόλπους της Ευρώπης.
Ποιοι είναι οι λόγοι αποσχιστικών τάσεων και γιατί βιώνουμε την εποχή της αποθέωσης της εθνικής ανεξαρτησίας και της μεταβίβασης του κράτους στην αναζήτηση μιας συμπαγούς εθνικής ταυτότητας και όχι στην υιοθέτηση παγκοσμιοποιημένων μοντέλων κρατικής συγκρότησης;
Αρχικά, αξίζει να δοθεί μία σύντομη επεξήγηση του όρου απόσχιση, η οποία ουσιαστικά έγκειται στην αποκέντρωση, την τριβή και τελικά την απομάκρυνση από την κεντρική εξουσία-κυβέρνηση κάθε κράτους. Η ανάγκη για απόσχιση και για εθνική ανεξαρτησία ήταν πάντοτε παρούσα καθ’ όλη τη διάρκεια της Ευρωπαϊκής ιστορικής πορείας, αρχής γενομένης το 1789 με την Γαλλική Επανάσταση. Παρ’όλα αυτά, παρατηρείται μια σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ παρελθόντος και παρόντος αναφορικά με το χαρακτήρα και τις επιδιώξεις της εκάστοτε αιτούσας εθνοτικής ομάδας ανεξαρτητοποίησης. Στο παρελθόν η απόσχιση αποτελούσε πρωτίστως ζήτημα των φτωχών λαών/εθνών που αναζητούσαν ένα πιο κοινωνικοκεντρικό ενδοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης (π.χ. όπως ήδη αναφέρθηκε η Γαλλική Επανάσταση). Στις μέρες μας, η προσέγγιση θα χαρακτηρίζονταν περισσότερο ελιτιστική, καθώς η ανάγκη αυτονόμησης εκφράζεται από τις οικονομικά ευκατάστατες κοινωνικά ομάδες οι οποίες επιθυμούν τη δημιουργία ενός επαναπροσδιορισμένου κράτους που διαφοροποιείται από την προϋπάρχουσα αρχή.
Συνεπώς, κάνουμε λόγο για διαφοροποίηση ιδανικών και συμφερόντων; Ή απλώς οι αγώνες στο παρελθόν διέπονταν από ιδανικά και στις μέρες μας από συμφέροντα;
Η απάντηση είναι αμφίσημη καθώς οι διεθνείς συνακόλουθα και οι διακρατικές σχέσεις διακρίνονται και διαπλέκονται στη βάση παγιωμένων συμφερόντων. Το παράδειγμα της Καταλονίας τείνουν να ακολουθήσουν και άλλες περιοχές-έθνη σε ποικίλες ευρωπαϊκές χώρες όπως: η Φλάνδρα στο Βέλγιο, η Πανδανία στην Ιταλία (αποτελούμενη από την Αόστη, Λομβαρδία, Πεδεμόντο, Βενετία, Λιγκουρία και Εμιλία Ρομανία) που συγκροτούν τη γνωστή σε όλους Λίγκα του Βορρά, η Κορσική στη Γαλλία και οι Βαυαροί στην Γερμανία.
Τέλος, ας μη ξεχνάμε την περίπτωση της Σκωτίας και το δημοψήφισμα που διεξήχθει το καλοκαίρι του 2014, θέτοντας το ερώτημα για απόσχιση από την Μεγάλη Βρετανία ή την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της στα πλαίσια του αγγλικού κοινοβουλίου (ενισχυμένη αποκέντρωση).
Τελικά, θεωρείται η απόσχιση βιώσιμη λύση;
Ομολογουμένως, κατά καιρούς έχουν εκφραστεί αμφισβητήσεις για το πόσο βιώσιμο θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα έθνος-κράτος μικρής έκτασης καθώς για το πρόβλημα ένταξής του ή όχι στο Ευρωπαϊκό Ενωσιακό οικοδόμημα. Αναφορικά, με την πρώτη ένσταση αντιπαραθέτουμε το επιχείρημα οικονομικής ευρωστίας των προαναφερόμενων εν δυνάμει κρατιδίων, καθώς οι περιοχές αυτές παρουσιάζουν αυξημένα ποσοστά κατά κεφαλήν εισοδήματος γεγονός το οποίο επαυξάνεται από την παγκοσμιοποίηση των διεθνών αγορών. Συνεπώς, τόσο η οικονομική επάρκεια στο διεθνές εμπόριο όσο και η ενεργειακή αυτάρκεια υπερτερούν της εδαφικής έκτασης και των συνοριακών δυνατοτήτων των εθνών-κρατών. Στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η απόσχιση αποτελεί ένα θεσμικό τροχοπέδη στο εν γένει θεσμικό της οικοδόμημα, καθώς τίθεται το ερώτημα ως προς τον αριθμό των κρατών πέραν των ήδη 28 υπαρχόντων. Θα μπορέσουν να ενσωματωθούν και εκείνα ή θα στραφούν σε άλλους περιφερειακούς οργανισμούς;
Οι πιθανές λύσεις ποικίλουν καθώς τα εν δυνάμει αυτά κρατίδια θα μπορούσαν πιθανώς να ενταχθούν στις παγκόσμιες σφαίρες επιρροής των Ηνωμένων Πολιτειών ή της Ρωσίας. Επιπλέον, μια εναλλακτική πρόταση αποτελεί η στοιχειώδης ένταξη-υποστήριξη από την ομάδα κρατών BRICS, σε περίπτωση διεύρυνσης της τελευταίας, ή η δημιουργία δικού τους περιφερειακού ενδοευρωπαϊκού συνασπισμού. Τέλος, ενδέχεται και η συλλήβδην αυτονομία των εθνών στο παγκόσμιο διεθνές σύστημα.
Μήπως, τελικά, κάνουμε λόγο για μια διαφορετική διεύρυνση της Ευρώπης προς την ενότητα μέσω της εν γένει προώθησης της ετερότητας ή για μια πάγια εδραίωση του ατομικιστικού, “επιχειρηματικού” μοντέλου εξουσίας;