Μέσα στο 2015, είχαμε τη διεξαγωγή εκλογών σε 2 χώρες με μεγάλη σημασία για τα τεκταινόμενα στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής, όπου είχαμε και ανατροπή των δεδομένων που ίσχυαν για πάρα πολλά χρόνια, με αλλαγές να σημειώνονται και καθεστώτα δεκαετιών να αμφισβητούνται έντονα. Πρόκειται για τον “τσαβισμό” στη μία περίπτωση και τον “περονισμό” στη δεύτερη, με τους σύγχρονους εκφραστές τους να ηττώνται κατά κράτος στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις που έλαβαν χώρα στα τέλη της περασμένης χρονιάς (Nicolás Maduro και Cristina Fernandez de Kirchner αντίστοιχα). Οι πολίτες των εν λόγω κρατών αμφισβήτησαν έντονα τις υφεσιακές πολιτικές των 2 πολιτικών και τη γενικότερη στάση τους απέναντι στα διεθνή δρώμενα, ειδικότερα στην περίπτωση της Βενεζουέλας, όπου το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων συρρικνώνεται όλο και περισσότερο και παρατηρούνται τεράστιες ελλείψεις σε αγαθά πρώτης ανάγκης. Με την ψήφο τους, οι πολίτες των 2 κρατών κατέδειξαν την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, επιστροφή στην ανάπτυξη, φιλελευθεροποίηση των οικονομιών τους, δημοκρατικότερη διακυβέρνηση και εξωστρέφεια, στοιχεία αναγκαία για την σταθερότητα στο εσωτερικό κάθε χώρας παγκοσμίως.
Από τις κυριότερες αλλαγές που έχουν ήδη σημειωθεί στην Αργεντινή, είναι το γεγονός ότι κατόρθωσε να επέλθει σε συμφωνία με τους πιστωτές της, για την αποπληρωμή των χρεών της, όπως αυτά είχαν συσσωρευθεί κατά την υφεσιακή περίοδο διακυβέρνησης των Cristina Fernandez Kirchner και Néstor Kirchner, συνυπολογίζοντας και την καταστροφική χρονιά του 2001, όταν η χώρα χρεοκόπησε, κάτι που εξακολουθεί να επηρεάζει ανασταλτικά τις προσπάθειες για την υπέρβαση της ύφεσης, 15 χρόνια μετά. Η συμφωνία αποτελεί μία σημαντική επιτυχία, καθώς σιγά σιγά ξεκινά να αποκαθίσταται η εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, μιας και στο πρόσφατο παρελθόν υπήρχε εξαιρετικά αρνητική στάση απέναντί της, με δεδομένη και τη συνεχή άρνηση αποπληρωμής των δανειακών της υποχρεώσεων, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνονται και οι σχέσεις τις με τις ΗΠΑ, με τις οποίες βρισκόταν σε συνεχή αντιπαράθεση για το εν λόγω θέμα, ενώ παράλληλα αμερικανικά δικαστήρια κατείχαν περιουσία που άνηκε στο κράτος της Αργεντινής. Εκτός των άλλων, είναι υψίστης σημασίας το ζήτημα της ανασυγκρότησης στο εσωτερικό, διότι μία καλά οργανωμένη εξωτερική πολιτική προϋποθέτει σταθερότητα εντός των τειχών, πολιτική και οικονομική. Σε αυτή την κατεύθυνση, οφείλουν να υιοθετηθούν μεταρρυθμίσεις σε όλους τους βασικούς πυλώνες του κράτους, με έμφαση στην παιδεία και την οικονομία, για να ξεκινήσει το συντομότερο η φάση της ανάκαμψης στην Αργεντινή. Μην ξεχνάμε πως είναι κράτος – μέλος της G20, επομένως έχουμε να κάνουμε με μία πολύ πλούσια χώρα, η οποία στερείτο μέχρι πρόσφατα ηγετών που θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν τα πλεονεκτήματά της και να τη βγάλουν από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης.
Από την άλλη πλευρά, έχουμε την περίπτωση της Βενεζουέλας, στην οποία τα πράγματα είναι σαφώς χειρότερα, με την αγοραστική δύναμη των ανθρώπων να μειώνεται καθημερινά και ταυτοχρόνως να γίνονται “ριφιφί” σε σούπερ μάρκετ, καθώς οι πολίτες αδυνατούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες και ωθούνται στην παρανομία κατ’ αυτό τον τρόπο για να επιβιώσουν. Ενδεικτικό του όλου κλίματος είναι το γεγονός πως η χώρα έχει ήδη προβεί σε αλλαγή ώρας και σε συχνότατες διακοπές ρεύματος, με στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας, καθώς οι απαιτήσεις και η ζήτηση είναι εξαιρετικά μεγάλες, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται προβλήματα στην καθημερινότητα των Βενεζουελάνων, με ανυπολόγιστες για αυτούς συνέπειες. Οι εκλογές του Δεκεμβρίου του 2015 έδειξαν πως σιγά σιγά ανατρέπεται το καθεστώς που είχε θεμελιωθεί από τον Hugo Chávez και εκφραζόταν από τον Nicolás Maduro, με τους πολίτες να εκφράζουν την εντονότατη αποδοκιμασία τους προς τις προηγούμενες κυβερνήσεις, που επί δεκαετίες δεν κατόρθωσαν να αναμορφώσουν προς το καλύτερο το εσωτερικό της Βενεζουέλας. Η χώρα αντιμετωπίζει τεράστια οικονομικά προβλήματα, οι άνθρωποι παλεύουν καθημερινά για πρόσβαση σε φαγητό, ενώ παράλληλα το βιοποριστικό πρόβλημα για δεκάδες πολίτες φαντάζει αδύνατο να επιλυθεί, όσο η φτώχεια εντείνεται και δεν παράγεται πλούτος ικανός να οδηγήσει τα πράγματα σε αναπτυξιακή τροχιά. Για να μπορέσει το εν λόγω κράτος να σταθεί ξανά στα πόδια του χρειάζεται πολιτική σταθερότητα, συνταγματική αναθεώρηση προς την κατεύθυνση της δημοκρατικότερης διακυβέρνησης και συγκροτημένη οικονομική πολιτική, με βαρύτητα στην προσέλκυση επενδύσεων και την προώθηση της ανοιχτής οικονομίας, ώστε η χώρα να ξεκινήσει να αποκτά σταδιακά θέση και ρόλο στο διεθνές εμπόριο. Εν ολίγοις, η εσωτερική εξισορρόπηση είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία για τη Βενεζουέλα, προκειμένου να συσφίξει τις σχέσεις της με τους γείτονές της και να καλυτερεύσει την εικόνα της στο εξωτερικό. Αλλά για να συμβούν όλα αυτά, χρειάζεται ο νυν πρόεδρος Maduro να αντιληφθεί την πραγματικότητα, να αποδεχθεί την εκλογική του ήττα και να κάνει ένα βήμα πίσω, σεβόμενος τη λαϊκή ετυμηγορία και τη νίκη της αντιπολίτευσης στις εκλογές τις 06/12/2015, η οποία δείχνει πως η κυβέρνηση δεν χαίρει πλέον της εμπιστοσύνης του λαού. Τα ανωτέρω συνιστούν αναγκαία συνθήκη για την αλλαγή πλεύσης που επιχειρείται στη χώρα, όπως αυτή φάνηκε από το τέλος του ’15.
Συνοψίζοντας, το παράδειγμα της Κούβας πρέπει να αποτελέσει οδηγό για τις εν λόγω χώρες, σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των χρόνιων παθογενειών από τις οποίες πάσχουν στο εσωτερικό τους, καθώς μετά το ξεπάγωμα των διπλωματικών σχέσεων με τις ΗΠΑ και την άρση του επιβληθέντος κατά την ψυχροπολεμική εποχή εμπάργκο, δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για τη σταδιακή δημιουργία κλίματος ευημερίας και σταθερότητας, γεγονός το οποίο αντιμετωπίζεται με θετικά αισθήματα από τους πολίτες της χώρας. Παραδείγματα σταθερότητας στη Λατινική Αμερική συνιστούν ο Ισημερινός και η Χιλή, χώρες που προσπαθούν και πετυχαίνουν να βρουν τη θέση τους στο διεθνές γίγνεσθαι, αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματά τους και βελτιώνοντας το ρόλο τους στο διεθνή ανταγωνισμό, γεγονός το οποίο πρέπει να αντιληφθεί με τη σειρά της και η Βραζιλία, μέλος των BRICS και διοργανώτρια των Ολυμπιακών Αγώνων φέτος τον Αύγουστο, με αφορμή τα σκάνδαλα διαφθοράς που μαστίζουν τη χώρα και ιδίως την κυβέρνηση της Dilma Rousseff, προς το πρόσωπο της οποίας υπάρχει έντονος σκεπτικισμός. Πρόκειται ξεκάθαρα για ζήτημα πολιτικής βούλησης για αλλαγή καθεστώτων πολλών δεκαετιών, με το χρόνο να είναι αυτός που θα δείξει αν οι προσφάτως νικητές των εκλογών θα είναι σε θέση να υλοποιήσουν τις δεσμεύσεις τους απέναντι στα εκατομμύρια των πολιτών που τις στηρίζουν.
Στις αγαπημένες μου φίλες και συναδέλφους Νεφέλη Κανέλλου και Δέσποινα Τσιμπρικίδου