Στις 9 Φεβρουαρίου ο Γιάνης Βαρουφάκης ανακοίνωσε στο Βερολίνο ένα πανευρωπαϊκό κίνημα με σκοπό τον εκδημοκρατισμό της Ευρώπης και βασικούς στόχους τη διαφάνεια στους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μία καλύτερη ευρωπαϊκή απάντηση στις κρίσεις και τη σύσταση μιας ευρωπαϊκής συνταγματικής συνέλευσης για τη δημιουργία Συντάγματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε αυτό το κίνημα έχουν ήδη συνταχθεί χιλιάδες άνθρωποι ανάμεσα στους οποίους είναι και οι Srećko Horvat, Julian Assange, Brian Eno, Noam Chomsky, Slavoj Žižek και άλλοι ευρέως γνωστοί πολιτικοί, ακαδημαϊκοί και καλλιτέχνες.
Όπως είναι λογικό μια τέτοια προσπάθεια έχει δεχθεί κριτικές από διάφορες πλευρές του πολιτικού φάσματος.
Δυστυχώς η κριτική από τον κεντροαριστερό, κεντρώο και δεξιό χώρο περιορίζεται σε κριτική στο πρόσωπο του Γιάνη Βαρουφάκη και συνήθως με αναφορά στη θητεία του ως υπουργός οικονομικών το πρώτο εξάμηνο του 2015. Μάλιστα η φράση πως είναι “ο χειρότερος υπουργός οικονομικών που έχει περάσει” έχει ακουστεί πολλές φορές (φαντάζομαι για αυτόν το χώρο οι Γ. Αλογοσκούφης και Γ. Παπακωνσταντίνου, για παράδειγμα, ήταν καλύτεροι – δεν χρειάζεται να φανταστώ για τον Γ. Στουρνάρα).
Πέρα, όμως, από τον χώρο εκτός της αριστεράς που αδυνατεί να ασκήσει κριτική στις προτάσεις και επικεντρώνεται στο πρόσωπο, κριτική έχει ασκηθεί και από την αριστερά. Ευτυχώς η κριτική από αυτό τον χώρο δεν έχει να κάνει με το πρόσωπο αλλά με την ουσία, με βασικότερη, ίσως, κριτική την αμφισβήτηση των προτάσεων του κινήματος θεωρώντας πως μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν γίνεται να αλλάξεις πολιτικές και οι ίδιοι οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι πρόθυμοι να αλλάξουν και στην περίπτωση που είναι, σίγουρα δεν θα αλλάξουν προς το καλύτερο δίνοντας περισσότερη δύναμη στους λαούς.
Ομολογώ πως αυτή την κριτική την κατανοώ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δείξει απίστευτη απέχθεια στη δημοκρατία, καθώς φαίνεται να θεωρεί σημαντικότερη τη διατήρηση της υφιστάμενης οικονομικής πολιτικής ανεξάρτητα από τη βούληση του κόσμου. Επίσης, δεν υπάρχουν μηχανισμοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο που να δίνουν τη δυνατότητα στους ευρωπαίους πολίτες να αλλάξουν τη δομή του συστήματος ή ακόμα και κάποια συγκεκριμένη πολιτική. Θα πρέπει στην ουσία οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αναγκαστούν να παραχωρήσουν τις εξουσίες που έχουν, πράγμα σχεδόν αδύνατο.
Όμως, παρά την αναγνώριση αυτής της κριτικής ως εξαιρετικά λογικής, διαφωνώ με το συμπέρασμα της. Η απάντηση στο δημοκρατικό έλλειμμα δεν είναι το έθνος-κράτος, αλλά η πίεση σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για αλλαγή. Είναι δύσκολο; Ναι. Αλλά όλες οι αλλαγές είναι δύσκολες. Δύσκολη είναι και η αλλαγή σε εθνικό επίπεδο, ειδικά όταν για αυτή χρειάζεται έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μάλιστα μοναδική διαφορά θα ήταν πως μία τέτοια αλλαγή με εφαρμογή δημοκρατικών αποφάσεων στην Ελλάδα δεν έχει την ίδια σημασία με την αλλαγή με εφαρμογή δημοκρατικών αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν για παράδειγμα έχει κάποιος στην αριστερά ως στόχο τον κομμουνισμό, θα αρκεί η επικράτηση κομμουνιστικού καθεστώτος στην Ελλάδα; Και τα σχεδόν 500 εκατομμύρια πολιτών στην υπόλοιπη Ένωση θα πρέπει να αφεθούν στις τύχες τους μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα; Πως ακριβώς αυτό συνάδει με τις αξίες και τους στόχους της αριστεράς;
Τέλος, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε πως ακόμα και με διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συνεχίσουν να υπάρχουν θέματα που χρήζουν απόφασης σε διεθνές ή και περιφερειακό επίπεδο και οι δομές πάνω στις οποίες θα γίνεται η λήψη των αποφάσεων θα πρέπει να είναι τυπικά αλλά και ουσιαστικά δημοκρατικές.
Ανεξάρτητα, επομένως, από το πόσο εύκολο ή δύσκολο φαντάζει και από το αν παρόμοιες προσπάθειες έχουν αποτύχει στο παρελθόν, ο εκδημοκρατισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι απολύτως απαραίτητος και θα πρέπει να είναι ο επόμενος βασικός στόχος της αριστεράς, καθώς όταν οι προτάσεις σου είναι οικουμενικές η επιστροφή στο έθνος-κράτος δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα βήμα πίσω.