Ελάχιστα γνωστό στη χώρα μας, υψίστης σημασίας για ένα άλλο μέρος του κόσμου, γεγονός έλαβε χώρα χθες βράδυ. Πραγματοποιήθηκε το προγραμματισμένο για τις 06 Απριλίου 2016 δημοψήφισμα των Ολλανδών, με περιεχόμενο την πρόταση για στενότερες σχέσεις Ουκρανίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), η οποία μάλιστα απορρίφθηκε.
Φαίνεται να μην έχει τελειωμό λοιπόν η ταλαιπωρία της Ουκρανίας, αναφορικά με τις στενότερες σχέσεις που επιδιώκει να αποκτήσει με τη δυτική Ευρώπη. Μη ξεχνάμε πως η αφετηρία αυτού του αγώνα δρόμου βρίσκεται στην εφιαλτική για τους Ουκρανούς, 20η Νοεμβρίου του 2013, όταν και ο πρώην Πρόεδρος Βίκτορ Γιανουκόβιτς αρνήθηκε να υπογράψει τη συμφωνία ορόσημο για τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δυο εταίρων, εγκαταλείποντας τα σχέδια συμφωνίας των οποίων οι απαρχές βρίσκονταν στο 2008, κυριολεκτικά εν μια νυκτί, υπέρ στενότερων δεσμών με τη Ρωσία. Μετά το ξέσπασμα των κινημάτων του Euromaidan ενάντια σε αυτή την απόφαση, την εκδίωξη του πρώην Προέδρου και την εκλογή νέας κυβέρνησης, η Ουκρανία επέστρεψε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης.
Η Ολλανδία είναι το μόνο κράτος μέλος της Ε.Ε. των 28, που μέχρι στιγμής δεν έχει επικυρώσει πλήρως τη συμφωνία. Η Ελλάδα έχει επικυρώσει την εν λόγω συμφωνία από τον Νοέμβριο του 2015.
Η Ολλανδική Συμφωνία Σύνδεσης Ουκρανίας – Ε.Ε. αποτελεί λοιπόν στην πραγματικότητα ένα δημοψήφισμα για την έγκριση εκ μέρους των Ολλανδών πολιτών της ευρύτερης Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ Ε.Ε. – Ουκρανίας. Η απόφαση για διεξαγωγή του δημοψηφίσματος ελήφθη μετά από υποβολή 427 χιλιάδων αιτήσεων από την κοινωνία των πολιτών, καθώς ο νόμος προβλέπει τη συλλογή τουλάχιστον 300 χιλιάδων υπογραφών, μέσα σε 6 εβδομάδες, ώστε να τεθεί ένα ζήτημα σε δημόσια διαβούλευση (συμβουλευτικό δημοψήφισμα).
Το δημοψήφισμα δεν έχει δεσμευτικές φυσικά ιδιότητες, αλλά μάλλον συμβουλευτικές. Κι έτσι τα κυβερνητικά στελέχη έχουν μέχρι στιγμής αρνηθεί να αποκριθούν, αν θα δεσμευτούν με μια πλειοψηφία του «όχι». Από τη μια υποστηρίχθηκε πως εάν η προσέλευση ξεπεράσει το 30% η απόκριση των πολιτών θα γίνει σεβαστή, ακόμη κι αν νομικά δεν είναι δεσμευτικό το αποτέλεσμα, από την άλλη ο Πρωθυπουργός της χώρας, δεν δεσμεύτηκε με το παραπάνω, κρατώντας πιο διφορούμενη και ανοιχτή στάση. Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει πως μια έγκριση εκ μέρους της κυβέρνησης, προσπερνώντας τη λαϊκή απόκριση, είναι ακόμα πιθανή.
Εκείνο που ενδιαφέρει εν προκειμένω να δούμε, είναι η διαδικασία διαμόρφωσης της λαϊκής αυτής ψήφου και τους παράγοντες στήριξης της μιας ή της άλλης πλευράς.
Διαδικαστικά μιλώντας, το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν:
«Είστε υπέρ ή κατά της πράξης Έγκρισης της Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ουκρανίας;»
Για να κριθεί έγκυρο το αποτέλεσμα απαιτούνταν προσέλευση τουλάχιστον του 30% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Το δημοψήφισμα απέβη τελικά έγκυρο, με προσέλευση περίπου 32%, ενώ η Συνθήκη απορρίφθηκε με το 38% να είναι Υπέρ και το 61% να είναι Κατά, της έγκρισης.
Από την πλευρά της Ουκρανίας, σχεδόν τα ¾ των πολιτών είναι σύμφωνοι με στενότερους δεσμούς με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αναφορικά με τη στάση της Ολλανδίας πέρα από τη λαϊκή ετυμηγορία, το βράδυ της περασμένης Τρίτης, οι κοινοβουλευτικοί ηγέτες των έξι μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων έλαβαν μέρος σε ένα τηλεοπτικό debate σχετικά με τη Συνθήκη.
O πρόεδρος των Εργατικών (Labour), Diederik Samsom δήλωσε πως ο μόνος δρων που θα εξυπηρετούνταν από ένα αποτέλεσμα του «όχι» θα ήταν η Ρωσία. Ανάλογες ανησυχίες είχαν εκφραστεί από πλευράς της Σουηδίας, πως η απόρριψη σύνδεσης και συνεργασίας με την Ουκρανία θα δώσει την εντύπωση πως είναι απομονωμένη και θα ενθαρρύνει περαιτέρω ρωσική επιθετικότητα.
Ο Halbe Zijlstra, του συντηρητικού κυβερνώντος Λαϊκού Κόμματος για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (Volkspartij voor Vrijheid en Democratie) δεν ξεκαθάρισε πως ακριβώς θα διαχειριστεί το αποτέλεσμα, τόνισε ωστόσο πως δε μπορεί να μη ληφθεί καθόλου υπόψη.
Τέλος, τόσο το αντι-ευρωπαϊκό Κόμμα για την Ελευθερία (Partij voor de Vrijheid) όσο και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ολλανδίας (Socialistische Partij) υποστήριξαν την απόρριψη της πρότασης. Θέση στο θέμα έχει πάρει και ο Πρόεδρος της Επιτροπής, Jean-Claude Juncker, προειδοποιώντας για αποσταθεροποίηση των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης και Ουκρανίας σε περίπτωση που οι Ολλανδοί ψηφίσουν «όχι».
Άλλες πλευρές έχουν τονίσει πως το θέμα της επικύρωσης έχει λάβει υπερβολικές διαστάσεις, παρότι ανάλογες συνθήκες μεταξύ Ε.Ε. και τρίτων κρατών έχουν υπογραφεί στο παρελθόν (Ιορδανία, Μολδαβία, Χιλή), χωρίς να ξεσπάσει τόσος διαπραγματευτικός ντόρος. Τονίζουν έτσι την ανάμειξη στη συζήτηση των ευρωσκεπτικιστικών φωνών και της ρωσικής επιρροής, που χρησιμοποιώντας στερεότυπα και προπαγάνδα εναντίον της Ουκρανίας, στα πρότυπα μιας μέσης ρωσικής αναπαράστασής της, αποπροσανατολίζουν το θέμα συζήτησης από την εμπορική συμφωνία.
Ευρωσκεπτικιστές άλλωστε έχουν παραδεχθεί πολλάκις, δημόσια, πως το πραγματικό ερώτημα του ολλανδικού δημοψηφίσματος δεν πρέπει να είναι οι σχέσεις της Ε.Ε. με την Ουκρανία, αλλά ένα «όχι» στον τρόπο οργάνωσης ή και στην ίδια την Ε.Ε. εν γένει. Δεν είναι τυχαίο πως η υποστήριξη του «όχι» στη συμφωνία χαιρετίστηκε από διάφορα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα, όπως το UKIP του Nigel Farage, το οποίο χαρακτήρισε το ολλανδικό δημοψήφισμα ως ορεκτικό(!) πριν το βρετανικό δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016.
Όλα τα επιχειρήματα άρνησης σύνδεσης με την Ουκρανία, σε πολιτικό, στρατιωτικό αλλά και εμπορικό επίπεδο προκύπτουν από κατηγορίες διαφθοράς καθώς για ορισμένους αποτελεί «την πιο διεφθαρμένη χώρα στην Ευρώπη» και άντρο αντιδημοκρατικότητας. Θα έπρεπε ωστόσο να μας βάζει σε σκέψη το πώς γίνεται οι ευρωσκεπτικιστικές ομάδες να υποστηρίζουν ταυτόχρονα με μεγαλόπνοα συνθήματα πως επιχειρούν να σώσουν την «ευρωπαϊκή δημοκρατία», ενώ στην πραγματικότητα μάλλον προσπαθούν να υπονομεύσουν μια συμφωνία που θα βοηθούσε τη εδραίωση της δημοκρατίας στην Ουκρανία. Μέχρι στιγμής άλλωστε η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται ήδη προσωρινά από το 2014, κι έχοντας καταργήσει τους εξαγωγικούς δασμούς μεταξύ των δυο μερών, δίνει μια θετική ώθηση στην αδύναμη ουκρανική οικονομία και κατ’επέκταση μια καλύτερη οικονομική προοπτική σε περίπου 44 εκατομμύρια πολιτών, ενώ ανοίγει την αντίστοιχη αγορά στα ευρωπαϊκά προϊόντα. Η συνομιλία αυτή του ελεύθερου εμπορίου, μόνο θετική εξέλιξη μπορεί να έχει, τόσο οικονομικά όσο και θεσμικά με την ένταξη και συμμετοχή της Ουκρανίας σε φιλελεύθερες λογικές και αξίες.
Προς το παρόν, εν αναμονή των τελικών αποτελεσμάτων και της επίσημης κυβερνητικής απόκρισης επί του θέματος από την πλευρά της ολλανδικής κυβέρνησης, η Ουκρανία πρέπει να συνειδητοποιήσει πως ο δρόμος μετάβασης σε μια σύγχρονη πορεία οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά είναι μακρύς και σίγουρα βρίσκεται ακόμα μακριά αναφορικά με την πορεία της προς την Ε.Ε. Βασικός της στόχος σήμερα πρέπει να είναι η καταπολέμηση των αντιδημοκρατικών αντιλήψεων, της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα και σε δεύτερο χρόνο η προσπάθεια σύνδεσης με τους δυτικούς γείτονές της.