Το motto της δημιουργίας ενός χώρου που συνθηματικά αποκαλείται «ΣΥ.ΡΙΖ.Α. της Δεξιάς» άρχισε να ακούγεται όλο και συχνότερα τον τελευταίο μήνα, από την στιγμή που ο Πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ. Γιώργος Καρατζαφέρης προέβη σε δημόσιες δηλώσεις για διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στην ευρύτερη Δεξιά παράταξη. Αυτό έγινε μάλιστα αντιληπτό και από την προ ημερών ομιλία του στο Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο (βλ. την φωτογραφία). Οι διαδοχικές αποτυχημένες προσπάθειες του κόμματος αυτού να υπερβεί το όριο του 3% προκειμένου να εισέλθει στην Βουλή κατά τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις αλλά και η απουσία του στις τελευταίες εθνικές εκλογές απετέλεσε το κίνητρο του Γιώργου Καρατζαφέρη για να ξεκινήσει σχετικές συνομιλίες με έτερους εκπροσώπους του ίδιου ιδεολογικού χώρου, προκειμένου να ανασυσταθεί και να μετρήσει την δυναμική του. Ποια ήταν όμως τα γεγονότα που τον ώθησαν στην ανάληψη ενός τέτοιου εγχειρήματος; Η απάντηση δεν είναι –και δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι- μονολεκτική ή απλή.
Βέβαιον είναι ότι ανεμένετο η συγκυρία, η χρονική σύμπτωση περισσότερων συνθηκών και γεγονότων που θα δημιουργούσαν ένα σχετικά ασφαλές κλίμα για την δημοσιοποίηση τέτοιων κινήσεων και πολιτικών ζυμώσεων. Ένα από τα βασικότερα ζητήματα που ελήφθησαν υπ’ όψιν αφορούσε μάλιστα και το δυνάμει ηγετικό κόμμα, αυτό της Νέας Δημοκρατίας. Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Ν.Δ. πριν από δύο μήνες ήταν ένας από τους βασικούς λόγους για την εντατικοποίηση των συζητήσεων αυτών: η υπερίσχυση του τελευταίου έναντι του εσωκομματικού «αντίπαλου δέους» που ακούει στο όνομα «Βαγγέλης Μεϊμαράκης» σήμανε και μια ιδεολογική στροφή της γαλάζιας παράταξης προς το κέντρο και προς μετριοπαθέστερες θέσεις που εγγίζουν –αν όχι καταλαμβάνουν πλειοψηφικώς!- τον χώρο του (νέο-)φιλελεύθερου κέντρου και της ευρύτερης αστικής κεντροδεξιάς. Η πάλαι ποτέ μεγάλη παράταξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή είχε ξαναβρεθεί σε τέτοια πολιτικά διλήμματα και σταυροδρόμια πολλές φορές στο παρελθόν, όταν οι εναλλαγές στην ηγεσία της σήμαιναν και μια παράλληλη πολιτική μεταστροφή της ιδεολογικής κατεύθυνσης του κόμματος.
Η ανάληψη λοιπόν των καθηκόντων του Κυριάκου Μητσοτάκη ως Προέδρου της Ν.Δ. ήταν μια πλειοψηφική απόφαση του εκλογικού κοινού του κόμματος για μια ριζοσπαστική στροφή προς τον χώρο του Κέντρου και των πολιτικών που αυτό εκφράζει. Η σταδιακή απομόνωση ή και εγκατάλειψη φωνών της λεγόμενης «λαϊκής Δεξιάς» εντός αυτής ή και η διαγραφή στελεχών που εκφράζουν ακραίες για το τι μπορεί να «αντέξει» το εκλογικό κοινό της Ν.Δ. θέσεις (όπως η τελευταία, του Φαήλου Κρανιδιώτη) ήταν ένα ακόμα δείγμα ότι πλέον το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης προσανατολίζεται σε μια καθαρά ευρωπαϊκή προοπτική για την χώρα, με την ταυτόχρονη υιοθέτηση ενός δυτικού μοντέλου διακυβέρνησης και κρατικής οργάνωσης. Η γενικότερη «συμπάθεια» και δεκτικότητα που δείχνουν να έχουν τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται σήμερα στην Ν.Δ. προς τις μνημονιακές πολιτικές λιτότητας (που άλλωστε ακολούθησαν κατά την περίοδο διακυβέρνησής τους, την τριετία 2012-2014) ευνόησε τη γέννηση ή και τόνωση της δυναμικής άλλων πολιτικών κομμάτων στα δεξιά της, που ακολούθησαν μια σφοδρή αντιμνημονιακή ρητορική, όπως τους Ανεξάρτητους Έλληνες και την Χρυσή Αυγή. Επίσης, η προτίμηση φιλελεύθερων πολιτικών, η προσήλωση στον «πάση θυσία» περιορισμό του όγκου του Δημοσίου Τομέα (ακόμα και μέσω απολύσεων) και η τόνωση της οικονομίας δια της ενίσχυσης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας έφεραν στην επιφάνεια μια έντονη διάσταση με την ιδεολογική κατεύθυνση της «λαϊκής (κεντρο)-δεξιάς», που υιοθετεί ένα κοινωνικό πρόσημο ευαισθησίας ως προς τις ακολουθούμενες πολιτικές και έναν περισσότερο «πατριωτικό» τόνο στις θέσεις της (αν και όσο πιο δεξιά κινείται στο πολιτικό φάσμα, τόσο περισσότερο κατηγορείται για «ανέξοδους λαϊκισμούς και εθνικιστική ρητορική», κάποιες φορές δικαίως).
Σε αυτόν τον χώρο στοχεύει –σύμφωνα με τις δηλώσεις του- ο Γιώργος Καρατζαφέρης. Η παγίωση του ποσοστού της Χρυσής Αυγής περί το 8%, η συνεχής διαρροή πρώην ψηφοφόρων της Ν.Δ. προς άλλες πολιτικές δυνάμεις της Κεντροδεξιάς και η αποδυνάμωση των Ανεξαρτήτων Ελλήνων λόγω της κυβερνητικής φθοράς, της έλλειψης σταθερών και βιώσιμων προτάσεων και της πολιτικής κυβίστησης που επιτελέσθη έδωσαν το έναυσμα για «αναγέννηση» του χώρου αυτού, που ο ίδιος προωθεί ως «ΣΥ.ΡΙΖ.Α. της Δεξιάς». Η βασική δεξαμενή ψηφοφόρων για την νέα αυτή κίνηση θα είναι πράγματι αυτή των Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Ένα πολιτικό κόμμα που «τις καλές εποχές» άγγιξε σχεδόν το 11% και πάλεψε στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου να φθάσει το 3,7%, σε συνεργασία με άλλους πολιτικούς φορείς υπό την ενιαία ομπρέλα των ΑΝ.ΕΛ.. Εσωκομματικές κόντρες, ανεξαρτητοποιήσεις βουλευτών και διαγραφές άλλων αποδυνάμωσαν το κόμμα αυτό, που πλέον δημοσκοπικά δείχνει να φυλλορροεί. Δύο από τους γνωστότερους πρώην βουλευτές του, η Σταυρούλα Ξουλίδου και ο Βασίλης Καπερνάρος (υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στην Α’ Αθηνών και ηγούμενος του πολιτικού σχηματισμού ΡΙΖ.Ε.Σ.) φέρονται να εμπλέκονται στις νέες διεργασίες, ή πάντως να βρίσκονται σε ανοιχτό διάλογο με τον Πρόεδρο του ΛΑ.Ο.Σ. .
Σχετικά πρόσφατη είναι και η διαγραφή του βουλευτού Αχαϊας (και επί δεκαετίες πολιτευόμενου με την Ν.Δ.) από το κόμμα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων Νίκου Νικολόπουλου- Προέδρου του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος- που διαφώνησε με την μνημονιακή κυβερνητική πολιτική και πλέον χαράσσει αυτόνομη πορεία στην Βουλή. Το όνομα του τελευταίου ακούγεται επίσης στην νέα αυτή πολιτική πρωτοβουλία του Γιώργου Καρατζαφέρη, καθώς ο ίδιος διαπνέεται από έντονο συντηρητισμό (όλοι θυμούνται την απαράδεκτη και προσβλητική δήλωση του βουλευτή για τον ομοφυλόφιλο Πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου, για την οποία μεταγενέστερα ο κ. Νικολόπουλος μετενόησε και απέστειλε επιστολή συγγνώμης) και προσήλωση στις θρησκευτικές και παραδοσιακές αρχές της Πατρίδας, της Θρησκείας και της Οικογένειας.
Το παρών δίνει ακόμα ο Τάκης Μπαλτάκος, πρώην δεξί χέρι του διατελέσαντος Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Γνωστός για την εμμονή του ως προς την πρόθεση δημιουργίας ενός δεξιού συντηρητικού χώρου, έχει συνδέσει το όνομά του με την αποκάλυψη του βίντεο συνομιλίας του με τον Ηλία Κασιδιάρη (βουλευτή της Χρυσής Αυγής), στο οποίο ο ίδιος τον ενημερώνει για την ενεργητική εμπλοκή του Αντώνη Σαμαρά στο έργο της δικαστικής εξουσίας, όταν απεδόθησαν κατηγορίες περί «εγκληματικής οργάνωσης» στην Χρυσή Αυγή. Αμήχανος από την αποκάλυψη του βίντεο, παραιτήθηκε και έμεινε πολιτικά «άστεγος» τα τελευταία χρόνια, διακόπτοντας τους διαύλους επικοινωνίας με πολλά στελέχη της Ν.Δ., που τον κατηγορούσαν για «προνομιακό συνομιλητή ενός ακροδεξιού μορφώματος».
Άλλα εμπλεκόμενα ονόματα στις ευρύτερες ζυμώσεις είναι αυτά του Παναγιώτη Ψωμιάδη, του Χρήστου Ζώη αλλά και του Βύρωνα Πολύδωρα, όλοι πρώην στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και ανήκοντες στη λεγόμενη «Καραμανλική Δεξιά». Παρά την ομιλία του Προέδρου του ΛΑ.Ο.Σ. στο Βελλίδειο, δεν μπορούν να ειπωθούν πολλά για τις προγραμματικές δηλώσεις που θα υιοθετήσει ο νέος πολιτικός φορέας, καθώς είναι ακόμα «στα σκαριά». Βέβαιον είναι ότι θα κινείται στον χώρο της Δεξιάς -μεταξύ της Ν.Δ. και της Χρυσής Αυγής-, ότι θα υιοθετήσει έντονο πατριωτικό λόγο για τα εθνικά θέματα, θα διέπεται από συντηρητικές αρχές και θα χαίρει της στήριξης κληρικών και στρατιωτικών (συνιστώσα του κατά πάσα πιθανότητα θα αποτελεί ο «Σύνδεσμος Εθνικής Ενότητας», κίνημα στρατιωτικών που συμμετείχε σε προηγούμενες εθνικές εκλογές, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία). Ως προς την οικονομική πολιτική του, δεν φαίνεται να έχει εμμονή ή να προσκολλάται στο ευρώ «πάση θυσία»: σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Γιώργου Καρατζαφέρη, το ζήτημα δεν είναι το νόμισμα, αλλά η βιώσιμη οικονομική πολιτική, με όποια μέσα κι αν μπορεί να επιτευχθεί αυτή. Τέλος, κινείται στον αντιμνημονιακό αλλά μεταρρυθμιστικό χώρο, δίνει ένα έντονο ευρωσκεπτικιστικό στίγμα και έχει ψηλά στην agenda του το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα. Ο «ΣΥ.ΡΙΖ.Α. της Δεξιάς» είναι προ των πυλών, ωστόσο το εγγύς μέλλον θα δείξει κατά πόσο ένα νέο πολιτικό κόμμα, όπως αυτό, μπορεί να προσφέρει έστω ένα λιθαράκι στην ανοικοδόμηση της Ελλάδας, χωρίς να ακολουθήσει την πεπατημένη της εξαπάτησης και της εμπορίας ελπίδας.