Συχνά μεταφράζεται ως «ιερός πόλεμος»· جهاد ή αλλιώς τζιχάντ, ή αλλιώς «αγώνας», «πάλη», «μάχη» επιβαλλόμενη από το Κοράνι.
Το Ισλάμ, ως θρησκεία, έχει κανόνες. Στους κανόνες αυτούς συμπεριλαμβάνονται τέσσερις τρόποι με τους οποίους ο πιστός μπορεί να επιτελέσει το καθήκον της τζιχάντ: με την καρδιά, με το χέρι, με την γλώσσα ή με το σπαθί. Για να διευκρινιστεί συνεπώς η τζιχάντ, πρέπει να οριοθετηθούν ξεκάθαρα οι μορφές της και να γίνει αντιληπτό πως δεν είναι απλά ένας πόλεμος.
Kαταφεύγοντας σε ένα εδάφιο του Ιερού Βιβλίου, διαβάζουμε: «Δεν είναι δυνατόν να συμβιβαστούμε με τους εχθρούς του Θεού· κάθε πιστός έχει καθήκον να διατάσσει το καλό και να απαγορεύει το κακό». Έχοντας λοιπόν ως έναυσμα αυτή την επιταγή ξεκίνησε η συγκρότηση ομάδων «αγωνιστών» (Mujahideen), που από άλλους ονομάστηκαν «φονταμενταλιστές», από άλλους «χεζμπολάχ», από άλλους «ταλιμπάν». Όπως και να έχει, ο κοινός παρονομαστής παραμένει· ανατροπή μη ισλαμικών καθεστώτων, αγώνας εναντίον όλων των κυβερνήσεων που μάχονται το Ισλάμ.
Ένα ακόμη στοιχείο που θα πρέπει να διευκρινισθεί στο σημείο αυτό, προκειμένου να διαγραφεί η ταυτότητα τους, είναι η ύπαρξη δύο αντιμαχόμενων θρησκευτικών δογμάτων στο εσωτερικό του Ισλάμ. Οι σουνίτες μουσουλμάνοι (περίπου 1,4 δις), τηρούν πιστά τις επιταγές του Κορανίου και της παράδοσης «σούνα». Η βασική διαφορά με τους σιίτες, τον αμέσως επόμενο μεγαλύτερο κλάδο, εντοπίζεται στο θέμα της διαδοχής, καθώς οι μεν πρώτοι θεωρούν ότι η διαδοχή του Μωάμεθ δεν χρειάζεται να είναι κληρονομική, οι δε δεύτεροι πιστεύουν ότι τον Μωάμεθ μπορεί να διαδεχθεί μόνο κάποιο πρόσωπο που κατάγεται από την οικογένεια του. Σιίτες και σουνίτες αντιμάχονται ο ένας τον άλλον από τον 7ο αι. μ.Χ.
Το Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και στο Λεβάντε, γνωστό και ως ISIS, σχηματίστηκε τον Απρίλιο του 2013 από σουνίτες τζιχαντιστές, αποτελώντας αρχικώς τμήμα του δικτύου της Αλ Κάιντα. Ωστόσο σήμερα οι σχέσεις ανάμεσα τους είναι τεταμένες καθώς οι εξτρεμιστές του ISIS άρχισαν να δραστηριοποιούνται και σε περιοχές που παραδοσιακά είχε υπό τον έλεγχο της η Αλ Κάιντα. Βασικός στόχος του ΙSIS είναι η εγκαθίδρυση χαλιφάτου σε περιοχές της Μέσης Ανατολής καθώς και σε χώρες της Β.Αφρικής. Τη στιγμή αυτή, οι τζιχαντιστές έχουν υπό τον έλεγχο τους διάφορες πόλεις του Ιράκ και της Συρίας, ενώ ένοπλες δυνάμεις τους δρουν σε ολόκληρη την εδαφική επικράτεια των δυο αυτών χωρών. Τον Ιανουάριο του 2015 κήρυξαν επισήμως τον πόλεμο στη Σαουδική Αραβία, διατηρώντας παράλληλα αξιώσεις για τη Λιβύη, την Αίγυπτο, την Αλγερία, την Υεμένη, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί πως η πλειονότητα των μετριοπαθών μουσουλμάνων αποδοκιμάζει τις απολυταρχικές αυτές πρακτικές των τζιχαντιστών. Δυστυχώς όμως, όπως συνέβη και παλαιότερα με τον χριστιανισμό, αυτός που κυριαρχεί είναι ο φανατισμός και το μίσος για το οτιδήποτε διαφορετικό. Τα αποτελέσματα της μισαλλοδοξίας αυτής κάνουν αισθητή την παρουσία τους στους τίτλους κάθε εφημερίδας, κάθε περιοδικού, κάθε δελτίου ειδήσεων. Χιλιάδες ζωές χάθηκαν τα τελευταία χρόνια και εξακολουθούν να χάνονται. Χιλιάδες άνθρωποι με κίνδυνο της ζωή τους επιλέγουν να μπουν σε μια βάρκα που μπορεί να βουλιάξει, μπορεί όμως και να τους μεταφέρει σε μια άλλη χώρα που θα συνεχίσουν τη ζωή τους από το ίδιο σημείο που την άφησαν πριν τους απειλήσουν οι αγωνιστές του ΙSIS. Ωστόσο θέλω να σταθώ σ’ ένα άλλο σημείο, σε μια άλλη πτυχή αυτής της κατάστασης. Τους τελευταίους μήνες, εκτυλίσσεται μια άλλου είδους καταστροφή καθώς οι ισλαμιστές έθεσαν στο στόχαστρο ανεκτίμητα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, τα οποία και ισοπέδωσαν βάναυσα και απροκάλυπτα.
Η εικόνα των τζιχαντιστών να σπάνε με βαριοπούλες αγάλματα και να καταστρέφουν με μπουλντόζες μνημεία έκανε τον γύρο του κόσμου προκαλώντας διεθνή κατακραυγή. Πρώτος σταθμός για το μένος των ισλαμιστών, το ιστορικό μουσείο της Νινευή, στο οποίο εισέβαλαν με σφυριά καταστρέφοντας και κάνοντας στην κυριολεξία θρύμματα αρχαία ασσυριακά αγάλματα, γλυπτά και άλλους ανεκτίμητους θησαυρούς και κειμήλια του 7ου αι. π.Χ, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε η ισοπέδωση της Νιμρούντ, μιας από τις σπουδαιότερες πόλεις της αυτοκρατορίας των Ασσυρίων. Η Χάτρα, ηλικίας 2000 ετών, δεν κατάφερε επίσης να γλιτώσει και λεηλατήθηκε από τους τζιχαντιστές καθώς πολλά αντικείμενα της περιόδου εκείνης δεν είχαν μετακινηθεί από εκεί. Και ο κατάλογος συνεχίζεται με την ανατίναξη του ναού του Βάαλ και την ισοπέδωση του αρχαιολογικού χώρου της Παλμύρας που συνοδεύτηκε με τον αποτρόπαιο αποκεφαλισμό του υπεύθυνου αρχαιολόγου, Χαλέντ Άσαντ.
Πέρα από τις καταστροφές των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων, έλαβε χώρα κι άλλη μια πολύ σημαντική καταστροφή· χιλιάδες σπάνια, πολύτιμα χειρόγραφα που φυλάσσονταν στη Βιβλιοθήκη της Μοσούλης, παραδόθηκαν στις φλόγες, αφήνοντας κατά πολύ φτωχότερο τον ανθρώπινο πολιτισμό, ενώ καταστροφές έγιναν και σε άλλες βιβλιοθήκες, μια εκ των οποίων κατείχε στις συλλογές της χειρόγραφα χρονολογούμενα από το 5000π.Χ.
Η αλήθεια είναι πως το σύνολο της διεθνούς κοινότητας κινητοποιήθηκε άμεσα καταδικάζοντας τις βάναυσες αυτές πρακτικές των ισλαμιστών του ISIS, οι οποίες παραβιάζουν ευθέως υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Σύμβαση της UNESCO για τη Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς. Πιο συγκεκριμένα, με βάση το διεθνές συμβατικό πλαίσιο, η συνεργασία για την προστασία και διατήρηση των μνημείων αποτελεί καθήκον όλων των Κρατών. Μάλιστα, οι ενέργειες τους αυτές χαρακτηρίστηκαν ως «εγκλήματα πολέμου» από την UNESCO, όρος με ιδιαίτερη βαρύτητα και σημασία στο πεδίο του διεθνούς δικαίου. Υπήρξε μάλιστα ήδη προσφυγή ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.
Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό πως η Ελλάδα ασκεί την κρίσιμη αυτή περίοδο την Προεδρία της Διακυβερνητικής Επιτροπής της Unesco για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης, κατ’ εφαρμογή της Σύμβασης της Χάγης. Η συγκεκριμένη επιτροπή έχει ήδη δραστηριοποιηθεί στην ευρύτερη περιοχή της Συρίας προκειμένου να ενισχυθεί η προσπάθεια για την προστασία των πολιτιστικών μνημείων. Αποτελεί καθήκον του συνόλου της διεθνούς κοινότητας να επιδείξει την απαραίτητη τόλμη και βούληση και να αναλάβει τις απαραίτητες πρωτοβουλίες προκειμένου να αναχαιτίσει τη μανία αυτή των τζιχαντιστών. Ήδη ο παγκόσμιος πολιτισμός έχει μείνει κατά πολύ φτωχότερος.