Δεύτερη φορά εκλογές μέσα σε λίγους μήνες και το αποτέλεσμα με μικρές εξαιρέσεις σχεδόν το ίδιο. Το κόμμα της αριστεράς όχι μόνο δεν έχασε τις εκλογές, όχι μόνο δεν έχασε τα ποσοστά του παρά τη δημιουργία της Λαϊκής Ενότητας και την απομάκρυνση σαράντα περίπου βουλευτών αλλά κατάφερε να σχηματίσει κυβέρνηση και πάλι με σύμμαχο το κόμμα των ΑΝΕΛ το οποίο κατάφερε να μπει στην βουλή παρά τα αρνητικά ποσοστά που του έδιναν όλες οι δημοσκοπικές εταιρείες πριν την διεξαγωγή των εκλογών.
Που οφείλεται ωστόσο η μεγάλη αυτή επικράτηση του κόμματος της αριστεράς για δεύτερη συνεχή φορά παρά των όσων είχαν προηγηθεί από τη μικρής διάρκειας προηγούμενη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ;
Παίρνοντας τα πράγματα με τη σειρά, όπως όλοι γνωρίζουμε, δύο μήνες πρίν, τον Ιούλιο του 2015 η τότε κυβέρνηση είχε προχωρήσει στη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος με το οποίο ζητούσε από το λαό στην ουσία να αποφασίσει εάν επιθυμεί νέο μνημόνιο ή όχι. Παρά την αρνητική απάντηση του λαού η κυβέρνηση προχώρησε στην ψήφιση και υπογραφή του τρίτου μνημονίου αγνοώντας την εντολή που πήρε από το λαό για όχι άλλα μέτρα λιτότητας. Γιατί ωστόσο αυτό λειτούργησε θετικά στην κάλπη για το κόμμα της αριστεράς;
Το χρονικό διάστημα το οποίο μεσολάβησε ήταν μικρό και ο κοσμός δεν πρόλαβε να δει τα αποτελέσματα αυτής της συμφωνίας. Ο κόσμος κράτησε την επί μήνες διαπραγμάτευση του Αλέξη Τσίπρα με τους εταίρους μας, την προσφυγή στην ετυμηγορία του λαού, καθώς ένα δημοψήφισμα είναι η ύψιστη μορφή έκφρασης της δημοκρατίας, αλλά και μία συμφωνία η οποία στην κατάσταση που βρισκόταν η χώρα έδειχνε να είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να γίνει προκειμένου να μην οδηγηθούμε στην καταστροφή. Η υπογραφή της συμφωνίας για κάποιους ήταν αποτέλεσμα εκβιασμού και για κάποιους άλλους η σωτηρία. Κανένας δεν μελέτησε ωστόσο τί περιλαμβάνει αυτή η συμφωνία και ποια τα αποτελέσματα της για τον Έλληνα φορολογούμενο πολίτη.
Από την άλλη μεριά εάν προσέξουμε καλά το αποτέλεσμα των εκλογών θα δούμε ότι η αποχή από την κάλπη είναι ένα σοβαρό πρόβλημα το οποίο θα πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψιν μιας και το ποσοστό των εγγεγραμμένων οι οποίοι δεν προσήλθαν να ψηφίσουν στις εκλογές αγγίζει το 45%. Εάν αυτό το ποσοστό δήλωνε συμμετοχή στις εκλογές το αποτέλεσμα μπορεί να ήταν είτε πιο θετικό είτε πιο αρνητικό για το πρώτο κόμμα και εν προκειμένω για το κόμμα της αριστεράς. Συνεπώς είναι και η αποχή ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που θα πρέπει να εξεταστεί στη νίκη αυτή του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές τις 20ης Σεπτεμβρίου.
Επιπρόσθετα τα ποσοστά του κόμματος ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις ήταν σχεδόν τα ίδια με μία ελάχιστη διαφορά της τάξεως του 0,5 % περίπου. Από αυτό λοιπόν εύκολα μπορεί κάποιος να καταλάβει δύο πράγματα: Πρώτον, ότι ο κόσμος θέλησε να δώσει μία ξεκάθαρη εντολή στο κόμμα της αριστεράς για δεύτερη φορά δείχνοντας έτσι ότι αυτή είναι η επιλογή του για τη διαπραγμάτευση του χρέους και δεύτερον ότι ο κόσμος πλέον δεν επιθυμεί άλλες εκλογές. Επιθυμεί δουλειά και μέσα από αυτή αποτελέσματα.
Συμπερασματικά λοιπόν βλέπουμε ότι πολύ είναι οι παράγοντες εκείνοι οι οποίοι οδήγησαν στην επανεκλογή του ΣΥΡΙΖΑ και στο σχηματισμό νέας κυβέρνησης με κορμό το κόμμα της αριστεράς. Παρ’όλο το μεγάλο ποσοστό αποχής ο κόσμος έδωσε ένα ξεκάθαρο μήνυμα μέσα από την ψήφο του. Δεν θέλουμε εκλογές συνέχεια, δεν εμπιστευόμαστε πάλι τα κόμματα που κυβερνούσαν τόσα χρόνια (όχι τα παλαιά κόμματα γιατί ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι νέο κόμμα) και αναζητάμε τη σταθερότητα.
Τώρα σε ένα ενδεχόμενο ερώτημα του τι άλλαξε με αυτές τις δεύτερες εκλογές μία πιθανή απάντηση θα ήταν η εξής: Ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να χάσει καθόλου από τα ποσοστά του, ξεμπέρδεψε οριστικά με την αριστερή πλατφόρμα αφού το νέο κόμμα, “Λαϊκή Ενότητα”, δεν κατάφερε ούτε στη βουλή να μπει, και ακόμα ένα νέο κόμμα αυτό της Ένωσης Κεντρώων έπειτα από 25 χρόνια αγώνα κατάφερε την είσοδο του στο Ελληνικό κοινοβούλιο αλλάζοντας τις ισορροπίες και μετατρέποντας την έως τώρα επτακομματική βουλή σε οκτωκομματική.