Με μια πρωτοφανή για την ελληνική πραγματικότητα συνέπεια και συνέχεια, όλες οι κυβερνήσεις, εδώ και πολλές δεκαετίες, προσέφεραν στην Εκκλησία ένα ιδιότυπο καθεστώς φορολογικής ασυλίας. Η εκκλησιαστική περιουσία έμενε επί της ουσίας στο απυρόβλητο και η οικονομική λιτότητα δεν άγγιξε ποτέ τα λογιστικά της βιβλία. Η προνομιακή μεταχείριση εξέθετε το κράτος, άφηνε την Εκκλησία ευάλωτη σε σκληρή κριτική, αλλά εξόργιζε και τους πολίτες για το καθεστώς ανισότητας. Στο σημείο που έχει επέλθει η χώρα είναι επιτακτική ανάγκη να αναζωπυρωθεί η συζήτηση για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας και να κάτσουν οι δυο πλευρές στο τραπέζι με σκοπό να συζητήσουν τα θετικά και τα αρνητικά της απόφασης αυτής.
Από το 1945 θεσπίστηκαν αρκετοί νόμοι σχετικά με την φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας των Ελλήνων πολιτών, ωστόσο η ακίνητη περιουσία της Εκκλησίας εξαιρούντο σχεδόν συνεχώς. Μία εξαίρεση στον κανόνα αποτέλεσε ο νόμος του 2008 περί του ενιαίου τέλους ακινήτων με συντελεστή 0.1% επί της αντικειμενικής αξίας των οικοπέδων και των κτισμάτων.
Ο χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας είναι στην ουσία η απόσταση στην σχέση μεταξύ του εθνικού κράτους και της οργανωμένης θρησκείας. Η σκέψη του διαχωρισμού έχει εφαρμοστεί σε αρκετά κράτη του κόσμου, ωστόσο αυτό που αλλάζει είναι η βαθμίδα διαχωρισμού η οποία εξαρτάται από την ισχύουσα νομική δομή μεταξύ θρησκείας και πολιτικής. Δυστυχώς, το θέμα αυτό δεν είναι πρόσφατο και κάθε φορά που έρχεται στο προσκήνιο ακούγονται εκφράσεις τύπου “λαϊκισμός”, “ψηφοθηρία”, “πελατειακές σχέσεις”. Η πρώτη προσπάθεια καθορισμού των σχέσεων χρονολογείται από την σύσταση του πρώτου Ελληνικού Κράτους. Το δεύτερο παράδειγμα είναι εν μέσω του εθνικού διχασμού με το “Ανάθεμα” και τον αφορισμό του Ελευθερίου Βενιζέλου. Από τότε έως σήμερα το θέμα έρχεται συνεχώς στο προσκήνιο και θα ήταν μια καλή λύση να αποφασίσει η δημοκρατία για το θέμα με την διεξαγωγή δημοψηφίσματος.
Όταν συζητούμε για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας είναι λογικό να συζητούμε και την κατάργηση της μισθοδοσίας των ιερέων από το κράτος. Μια εναλλακτική λύση για το θέμα είναι η επιβολή εκκλησιαστικού φόρου στους πολίτες οι οποίοι θα δηλώνουν χριστιανοί ορθόδοξοι και θα θέλουν να συνεισφέρουν στην χρηματοδότηση της Εκκλησίας. Με αυτόν τον τρόπο, από την στιγμή που οι πιστοί θα δηλώνουν την θρησκεία τους θα πρέπει να τους επιβάλλεται και ο συγκεκριμένος φόρος που θα πηγαίνει αποκλειστικά στα ταμεία της Εκκλησίας. Έτσι, το κράτος θα καταφέρει να εξοικονομήσει αρκετούς πόρους.
Επίσης, η φορολογία της Εκκλησίας θα πρέπει να αυξηθεί. Δεν γίνεται να επιβάλλονται τόσοι φόροι στους χαμηλόμισθους και στους συνταξιούχους και να μην συμβάλει στο μείζον πρόβλημα της χώρας η Εκκλησία η οποία διαθέτει τεράστια περιουσία. Πρέπει να μπει ένα τέλος στην απαλλαγή της Εκκλησίας από πολλούς φόρους και από συνθήκες οι οποίες επικρατούν στην χώρα όπως είναι τα capital control. Μείναμε όλοι έκπληκτοι με την απαλλαγή της Εκκλησίας από τα Capital Control σε μεγάλο βαθμό από την στιγμή που στην χώρα έκλεισαν πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις εξαιτίας αυτού του μέτρου. Πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους ότι στην Ελλάδα του 2015, στην Ελλάδα της κρίσης, οφείλουν ΟΛΟΙ να συμβάλουν για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση.