Εδώ και έξι μήνες περίπου παρακολουθούμε μία “παράσταση” συγκυβέρνησης της αριστεράς και συγκεκριμένα του ΣΥΡΙΖΑ με ένα κόμμα της ακροδεξιάς, αυτό των ΑΝΕΛ. Δύο κόμματα που προεκλογικά έβγαζαν ήχους κραυγής καταγγέλοντας οτιδήποτε είχε να κάνει με μνημόνια και υποστήριζαν δημόσια ότι δεν θα ακολουθήσουν αυτό το δρόμο σε καμία περίπτωση διότι είναι ο δρόμος της καταστροφής και της υποδούλωσης του ελληνικού λαού.
Μάλιστα αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ και νυν Υπουργός Άμυνας αποσπάστηκε από το κόμμα της ΝΔ αρνούμενος να ψηφίσει το μνημόνιο, το οποίο η γαλάζια παράταξη είχε φέρει προς ψήφιση στη βουλή, επικαλούμενος τα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Γιατί ωστόσο τώρα ο κύριος υπουργός όχι μόνο δεν αρνήθηκε να ψηφίσει το τρίτο μνημόνιο επικαλούμενος τα ίδια συμφέροντα αλλά επιστράτευσε και ολόκληρη την κοινοβουλευτική του ομάδα προκειμένου να βεβαιωθεί ότι δεν θα έχει απώλειες στο εσωτερικό του κόμματος του;
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά τους.
Στο κόμμα της αριστεράς ήταν σίγουρο ότι δεν θα υπάρξει πραγμάτωση των προεκλογικών εξαγγελιών από τη στιγμή που η κυβέρνηση σχηματίστηκε με την συμμετοχή του κόμματος των ΑΝΕΛ. Προκειμένου η χώρα να μην οδηγηθεί σε νέες εκλογές με άγνωστα αποτελέσματα ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ για τους δικούς του λόγους ο καθένας αποφάσισαν να σχηματίσουν αυτήν την κυβέρνηση γνωρίζοντας ωστόσο ότι δεν θα έχει μεγάλη διάρκεια ζωής.
Προχωρώντας στα γεγονότα, η νέα κυβέρνηση γνωρίζοντας ότι προκειμένου να παραμείνει η χώρα στο ευρώ (κάτι το οποίο ζητούσε η πλειοψηφία του ελληνικού λαού) θα πρέπει να υπάρξει νέα συμφωνία, δηλαδή νέο μνημόνιο, αποφάσισαν να τοποθετήσουν στη θέση του ΠτΔ ένα πρόσωπο από το χώρο της δεξιάς για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον ήθελαν να εκλεγεί ο ΠτΔ από μεγάλο αριθμό βουλευτών για να έχει την σχεδόν απόλυτη εμπιστοσύνη της βουλής και δεύτερον με αυτή την κίνηση έδειξαν ότι είναι ανοιχτή σε μία συνεργασία γνωρίζοντας ότι αυτή θα χρειαζόταν άμεσα.
Και πράγματι αυτή η όχι ακριβώς συμφωνία αλλά στήριξη δεν άργησε να έρθει. Μόλις η κυβένηση ήρθε σε συμφωνία με τους εταίρους μας, έπειτα από την πραγματοποίηση ενός δημοψηφίσματος το οποίο στην ουσία δεν έδωσε κάποια απάντηση στα προβλήματα της χώρας, η συμφωνία έπρεπε να περάσει από το ελληνικό κοινοβούλιο. Εκεί συνάντησε το “αντάρτικο” της αριστερής πλατφόρμας του κυβερνώντος κόμματος με 40 περίπου βουλευτές να μην ψηφίζουν την συμφωνία. Ωστόσο η συμφωνία πέρασε από το ελληνικό κοινοβούλιο παρά τις απώλειες από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ με τη στήριξη της από τα κόμματα ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ και φυσικά των ΑΝΕΛ που συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Επίσης απόρροια της συμφωνίας ήταν και ένας ανασχηματισμός ο οποίος όχι μόνο οδήγησε στην αποπομπή υπουργών της αριστερής πλατφόρμας από την κυβέρνηση αλλά και στην εισαγωγή νέων μελών από το κόμμα της συγκυβέρνησης.
Στην παρούσα φάση λοιπόν και με τα αυτά τα δεδομένα πλανάται το ερώτημα, τι θα κάνει ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ; Θα παραμείνει πρωθυπουργός με την ανοχή των “γερμανοτσολιάδων” όπως αποκαλούσε τους πολιτικούς της προηγούμενης κυβέρνησης ή θα οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές; Επιπρόσθετα τι θα γίνει με τα στελέχη της αριστερής πλατφόρμας τα οποία αντιδρούν και δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να ψηφίσουν κανένα μέτρο μνημονιακού χαρακτήρα;
Συμπερασματικά λοιπόν βλέπουμε ότι το κόμμα της αριστεράς περισσότερο και εν συνεχεία το κόμμα των ΑΝΕΛ όχι μόνο δεν πραγματοποίησαν τις αντιμνημονιακές τους βλέψεις αλλά προχώρησαν σε ψήφιση ενός νέου σκληρού πακέτου μέτρων για τα δεδομένα της χώρας. Παρά την απόφαση του δημοψηφίσματος όπου το 61% του ελληνικού λαού τάχθηκε κατά των μετρών ψηφίζοντας ΟΧΙ (αλλά ταυτόχρονα εντός ευρωζώνης) η κυβέρνηση προχώρησε σε αντίθετα από αυτά τα οποία είχε δηλώσει περί μνημονίων. Προκειμένου λοιπόν η κυβέρνηση να παραμείνει και να μην οδηγηθεί στην καταστροφή πέρασε τα νέα μέτρα ακόμα και με την ανοχή των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Τι θα γίνει όμως στη συνέχεια; Πόση θα είναι η διάρκεια ζωής αυτής της κυβέρνησης; Μεγάλη ή μικρή; Και εάν είναι μεγάλη ποια κόμματα θα απαρτίζουν αυτή την κυβέρνηση;