Όντας φοιτητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης νιώθω πλέον κομμάτι του χώρου του. Η πανεπιστημιούπολη, που διαθέτει η πόλη, είναι, θεωρώ, μοναδική για τα ελληνικά δεδομένα. Όλες οι σχολές και τα τμήματα βρίσκονται συγκεντρωμένα σε έναν χώρο που φιλοξενεί χιλιάδες φοιτητές. Βλέπουμε, λοιπόν, στην πράξη έναν χώρο που έχει διαμορφωθεί για τους φοιτητές, για την ολοκλήρωση της εκπαιδευτικής τους διαδικασίας και της συγκρότησης τους σε επιστήμονες. Το Πανεπιστήμιο αποτελεί τον προσωπικό χώρο όλων των φοιτητών, τον χώρο στον οποίο αυτοί καλούνται να μεταβούν από το σχολικό στάδιο, στο στάδιο της μορφωτικής και πνευματικής τους ωρίμανσης, τον χώρο στον οποίο διαμορφώνουν ελεύθερα και χωρίς κανέναν περιορισμό την προσωπικότητα τους, τις ιδέες τους, τις απόψεις τους, τον χώρο, όπου καλλιεργούνται πνευματικά, έρχονται σε επαφή και αλληλεπιδρούν με φοιτητές όλου του κόσμου, διευρύνοντας έτσι τους μορφωτικούς και πνευματικούς τους ορίζοντες.
Υπό αυτό το πρίσμα, της ελεύθερης δηλαδή και αδέσμευτης ανάπτυξης της προσωπικότητας έχει καθιερωθεί και το άσυλο στον χώρο του Πανεπιστημίου, όπως άλλωστε και σε κάθε χώρο πνευματικής διαδικασίας. Στο σημείο αυτό όμως πρέπει να γίνει μια αναγκαία επισήμανση. Το άσυλο αυτό προσδιορίζει αποκλειστικά την ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα, τη διδασκαλία, την έκφραση και διακίνηση των ιδεών στον χώρο του Πανεπιστημίου και δεν αναφέρεται επ’ ουδενί λόγω σε άσυλο παραβατικών συμπεριφορών και διακίνησης ουσιών. Παράλληλα με το άσυλο έχει θεσπιστεί και η απαγόρευση εισόδου και επέμβασης δημόσιας δύναμης, εάν προηγουμένως δεν έχει δοθεί η απαραίτητη έγκριση και συγκατάθεση από τη διοικητική αρχή του Πανεπιστημίου. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση της αυτόφωρης διαδικασίας για διάπραξη κακουργήματος ή εγκλήματος κατά της ζωής, η οποία εξαίρεση προστέθηκε πρόσφατα (ΦΕΚ Α 69/20.03.2007). Γεγονός που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο καθώς η εικόνα της αστυνομίας σε χώρο ακαδημαϊκό είναι τουλάχιστον ασύμβατη και θα θύμιζε άλλες εποχές και άλλα καθεστώτα. Επιπροσθέτως κάτι τέτοιο θα καλλιεργούσε το φόβο και την αβεβαιότητα και θα επιδρούσε αρνητικά στην εκπαιδευτική και πνευματική καλλιέργεια των φοιτητών.
Παραταύτα η κατάσταση που συναντούμε καθημερινά σε συγκεκριμένους χώρους του Πανεπιστημίου μόνο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα δε θυμίζουν. Καθημερινή, σταθερή, ακατάπαυστη και ανενδοίαστη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, καθώς επίσης και δεκάδες φοιτητές θύματα κλοπών κάθε χρόνο. Πέρσι, μάλιστα, βίωσα και την εμπειρία να ακούσω πυροβολισμό (!) την ώρα που λίγα μέτρα μακριά συνεχίζαμε το μάθημα μας. Η κατάσταση σίγουρα έχει εκτραχυνθεί και δεν ταιριάζει αυτή η εικόνα στο ελληνικό Πανεπιστήμιο. Είναι αδιανόητο φοιτητές να φοβούνται να εισέλθουν και να εξέλθουν από συγκεκριμένα σημεία του Πανεπιστημίου τις βραδινές ώρες επειδή ορισμένοι επιχειρούν να μετατρέψουν τον χώρο του Πανεπιστημίου σε χώρο εμπορίου ναρκωτικών και καταφύγιο παραβατικών συμπεριφορών, με την παράδοξη ανοχή της πολιτείας, η οποία αποδεικνύεται ότι προτιμά να απωθεί το πρόβλημα στα Πανεπιστήμια, τα οποία έχει εγκαταλείψει πλήρως, επιλέγοντας να διατηρεί «καθαρές» τις πλατείες, την βιτρίνα της.
Όπως προανέφερα, το Πανεπιστήμιο αποτελεί καθαρά χώρο των φοιτητών, καθώς αυτοί είναι που αποτελούν το πλέον ζωντανό κομμάτι του και ο λόγος ύπαρξης του και ως εκ τούτου θα πρέπει να είναι αυτοί που θα αποφασίσουν πώς θέλουν το χώρο τους. Πρέπει να αισθανθούν οι ίδιοι την ανάγκη δημιουργίας ενός κλίματος ασφάλειας και προστασίας στον χώρο, όπου θέτουν τις βάσεις του μέλλοντός τους, στον χώρο όπου βιώνουν την πνευματική τους ωρίμανση. Σε κάθε, όμως, περίπτωση είναι παράλογο φοιτητές να συντηρούν την παθογόνα κατάσταση που επικρατεί έχοντας συνδιαλλαγές και δοσοληψίες με τους ανθρώπους που προσβάλλουν το Πανεπιστημιακό-Ακαδημαϊκό άσυλο. Με τη στάση τους αυτή, οι φοιτητές ενισχύουν τους προμηθευτές των ναρκωτικών, επικυρώνοντάς τους κατ’ αυτόν τον τρόπο την παρουσία τους στον Πανεπιστημιακό χώρο, δίνοντας έτσι άσυλο στις παραβατικές τους συμπεριφορές.
Ωστόσο, η διαπίστωση της κατάστασης από μόνη της δεν φτάνει και στο ζήτημα αυτό πρέπει να δοθεί επιτέλους μία λύση. Είναι δεδομένο πως οι φοιτητές δεν μπορούν να λειτουργήσουν σαν χωροφύλακες, ούτε να πάρουν τη θέση των ανθρώπων της ασφάλειας του Πανεπιστημίου. Συγχρόνως, ούτε η συνεχής ή παροδική παρουσία της αστυνομίας θα αποτελούσε λύση για τους λόγους που ανέφερα παραπάνω. Ως εκ τούτου μια εφικτή και ρεαλιστική, κατά τη γνώμη μου, λύση αποτελεί η οριοθέτηση της Πανεπιστημιούπολης και η υιοθέτηση ενός συστήματος που θα επιτρέπει την είσοδο σε αυτήν μονάχα σε εκείνους που έχουν θέση στο Πανεπιστήμιο, τους Φοιτητές, τους Καθηγητές, το προσωπικό του Ιδρύματος, καθώς επίσης και σε αυτούς που επιθυμούν να έχουν πρόσβαση στη μάθηση, η οποία δεν σταματά ποτέ. Το εγχείρημα είναι δύσκολο, αν αναλογιστεί κανείς την έκταση του χώρου, αλλά μπορεί να επιτευχθεί με την ανάλογη οργάνωση και βεβαίως την συνεργασία των φοιτητών, οι οποίοι οφείλουν να αναλογιστούν τη συνευθύνη τους στο χώρο που τους ανήκει. Η ανάγκη δημιουργίας ενός περιβάλλοντος που θα συνάδει με το σκοπό, το ρόλο και τη λειτουργία του χώρου επιτρέπει τη λήψη ανάλογου μέτρου, αρκεί βέβαια η Πολιτεία να ενδιαφερθεί πρακτικά και πραγματικά με το κεφαλαιώδες ζήτημα, που οικειοθελώς (;) επέτρεψε να απαξιωθεί, να υποβαθμιστεί και να παραπαίει προσπαθώντας να επιβιώσει ολομόναχο, της δημόσιας εκπαίδευσης.