Σε μία εποχή όπου οι αλληλεξαρτήσεις και η συνεργασία μεταξύ διεθνών οργανισμών είναι πιο αναγκαία από ποτέ για την επιτυχή αντιμετώπιση ζητημάτων παγκοσμίου χαρακτήρα, η Ε.Ε. οφείλει να ενισχύσει τις εξωτερικές της σχέσεις και να διαδραματίσει ενεργότερο ρόλο στα φόρα διαπραγματεύσεων, προκειμένου να συνδράμει με το δικό της τρόπο στην επίλυση πάσης φύσεως προβλημάτων ανά τον κόσμο. Προς αυτή την κατεύθυνση, εκτός από την ΚΕΠΠΑ, δύο ακόμα πολιτικές είναι πολύ βασικές όσον αφορά την ενδυνάμωσή της στη διεθνή σκηνή: η πολιτική διεύρυνσης και εκείνη που άπτεται της καλής γειτονίας. Έχουν μείζονα σημασία και συμβάλλουν στο να λειτουργήσει η Ε.Ε. στη διεθνή σκηνή με ενιαία φωνή, για να εξασφαλίσει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και για τα 28 κράτη – μέλη της. Μέχρι αυτή τη στιγμή, λόγω του ότι έχει υπάρξει πολύ μεγάλη ολοκλήρωση στη χαμηλή πολιτική (low politics), σε συνδυασμό με το ευρω-φοβικό κλίμα που παρατηρείται σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη, δεν έχει προχωρήσει η πολιτική ένωση, παρά τις προσπάθειες που έγιναν μέσω της Συνταγματικής Συνθήκης το 2004. Ωστόσο, λόγω του γεγονότος πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το ενωσιακό οικοδόμημα αφορούν όλες τις συμμετέχουσες χώρες, χρειάζονται κοινές λύσεις και συνεργασία από όλους, ένα βήμα προς την κατεύθυνση αυτή είναι να συμμετέχει η Ένωση στο διεθνές στερέωμα με μία φωνή, εκπροσωπούσα όλα τα κράτη, κάτι που προϋποθέτει αγαστή συνεργασία με τις γειτονικές χώρες στη βάση ενός υγιούς και γόνιμου διαλόγου για όλα τα σημαντικά ζητήματα που συνεχώς ανακύπτουν.
Η ευρωπαϊκή πολιτική για τη γειτονία εισήχθη το 2003 και άρχισε να αναπτύσσεται το 2004, αφορώντας 16 κράτη τα οποία βρίσκονται κοντά στα λεγόμενα ”εξωτερικά σύνορα” της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεταξύ των χωρών που είναι ενεργό κομμάτι αυτής της πολιτικής είναι και κράτη που έχουν προωθήσει πολύ τις διμερείς τους σχέσεις με την Ένωση, όπως το Αζερμπαϊτζάν και η Αίγυπτος, με μείζονα σημασία στο ενεργειακό πεδίο. Τα πεδία συνεργασίας αφορούν ζητήματα όπως αυτά της κοινωνίας των πολιτών, του ελέγχου των συνόρων και προγράμματα που έχουν να κάνουν με την περιφερειακή συνεργασία εν γένει. Η ανάπτυξη φιλικών σχέσεων με τις γειτονικές χώρες δίνει την δυνατότητα στην Ε.Ε. να βελτιώνει τη διαπραγματευτική της ισχύ σε πολλά επίπεδα, να ενισχύει τη φωνή της και να αυξάνει την επιρροή της, ακόμα και σε παγκόσμια κλίμακα. Παράλληλα, δίνεται ώθηση στο να συνεργάζεται με αυτές τις χώρες σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό και να αποκομίζει σχετικά οφέλη από τη συναλλαγή σε τομείς όπως η ενέργεια (λ.χ. όσο το δυνατόν μία πιο αγαστή συνεργασία με τη Ρωσία, καθ’ ότι συνιστά το βασικό ενεργειακό της πάροχο). Επίσης, δίνεται έμφαση στη μετάδοση αξιών που συχνά εκλείπουν από τα πολιτεύματα αυτών των κρατών, όπως το κράτος δικαίου και ο σεβασμός στα δικαιώματα του ανθρώπου, σε συνδυασμό με την προώθηση της κοινωνικής συνοχής και πρωτίστως της δημοκρατίας. Ταυτόχρονα, παρέχονται ευκαιρίες για οικονομική ανάπτυξη, επενδύσεις και κινητικότητα του εργατικού δυναμικού, καθώς επίσης και για πολιτισμικές ανταλλαγές μεταξύ των 2 μερών. Οι χώρες που συμμετέχουν ενισχύουν το εξωτερικό τους εμπόριο, μέσω της ευκολότερης πρόσβασης στην εσωτερική αγορά της Ε.Ε., ενώ αξίζει να σημειώσουμε πως των πρωτοβουλιών αυτών ηγείται ο εκάστοτε αρμόδιος επίτροπος για την πολιτική γειτονίας και τις διευρύνσεις. Πρόκειται για μία μορφή ήπιας ισχύος (soft power), με βαρύτητα στη χαμηλή πολιτική, προκειμένου η Ευρωπαϊκή Ένωση να δρα ως ενιαίος φορέας σε όλες τις βασικές πτυχές των διεθνών σχέσεων και ιδίως με τους γείτονές της.
Η πολιτική των διευρύνσεων είναι πολύ σημαντική εξίσου για τη χάραξη και υλοποίηση μίας κοινής εξωτερικής πολιτικής για την Ευρώπη, καθώς δίνεται η δυνατότητα στην Ε.Ε. να εντάξει νέες χώρες κάτω από την ομπρέλα της και να ενισχύσει τα εξωτερικά της σύνορα, σε συνδυασμό με την καλύτερη δυνατή εκπροσώπησή τους στο εξωτερικό. Ήδη η ευρωπαϊκή διπλωματία έχει κάνει πολλά βήματα προς τα εμπρός, με 28 κράτη – μέλη να απαρτίζουν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και με καινούρια έθνη – κράτη να βρίσκονται στον προθάλαμο της ένταξης (χώρες των δυτικών Βαλκανίων). Με την προσθήκη νέων κρατών αυξάνεται η προοπτική για τη συγκρότηση μιας ενιαίας φωνής σε όλα τα είδη των διαπραγματεύσεων και ακούγονται όλες οι φωνές των κρατών – μελών ισότιμα, πάντοτε υπό τη βάση των σχετικών οφελών. Πριν από τη διεύρυνση, έχουν ήδη υπάρξει οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η χορήγηση του καθεστώτος υποψηφιότητας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ενώ παράλληλα η Επιτροπή τις διεξάγει εξ’ ονόματος της Ένωσης. Υπό τη σκοπιά του διαλόγου στα διακυβερνητικά όργανα, κάθε κράτος – μέλος μπορεί να συμβάλλει με το δικό του τρόπο στη λήψη αποφάσεων και να προτείνει πράγματα τόσο προς δικό του όφελος, όσο και προς όφελος της Ε.Ε. συνολικά. Ένα πολύ τρανταχτό παράδειγμα διεθνούς οργανισμού στον οποίο η Ένωση εκπροσωπείται ως ενιαίος φορέας είναι ο ΠΟΕ. Αυτό συμβαίνει μέσω της συμμετοχής της αρμοδίας επιτρόπου για το εμπόριο στα πάνελ των διαπραγματεύσεων (να σημειωθεί ότι αποκλειστική αρμοδιότητα της Ε.Ε. είναι το εξωτερικό εμπόριο). Εκφράζεται το κοινό ενωσιακό συμφέρον και γίνεται προσπάθεια για μεγαλύτερη επιρροή στη συζήτηση για τους όρους διεξαγωγής του εμπορίου σήμερα. Συνεπώς παρατηρούμε ότι όσο περισσότερα κράτη συμμετέχουν στην Ε.Ε., τόσο πιο πολύ ενισχύεται η εξωτερική της διάσταση, διότι υπάρχει συγκέντρωση όλο και περισσοτέρων κοινών βουλήσεων και σύμπραξη μέσω ενός κοινού φορέα σε υψηλή και χαμηλή πολιτική, με τη συναίνεση πάντοτε των εθνικών κυβερνήσεων.
Κλείνοντας, με τις διευρύνσεις που άρχισαν να λαμβάνουν χώρα ήδη από το 1973, βλέπουμε ότι η Ένωση έχει κάνει αρκετά βήματα προς την κατεύθυνση της ενιαίας εκπροσώπησής της στο εξωτερικό, παρά ταύτα η διαδικασία αυτή έχει μείνει στάσιμη λόγω της πολυεπίπεδης κρίσης που την ταλανίζει τα τελευταία 8 χρόνια. Εναπόκειται στη θέληση των κρατών – μελών το αν και κατά πόσο θα προχωρήσουν σε πολιτική ένωση, σε κάθε περίπτωση ο κινητήριος μοχλός για την αντιμετώπιση των προβλημάτων παραμένει η συνεργασία, υπό την οπτική του ομαδικού πνεύματος και του αλτρουισμού, αφήνοντας στην άκρη τις πολιτικές σκοπιμότητες, ειδικά σε μία περίοδο που ο λαϊκισμός εντείνεται όλο και περισσότερο. Χρειαζόμαστε υπεύθυνες λύσεις και πολλή δουλειά, με σοβαρότητα και πλάνο για όλα τα θέματα, με όλες τις φωνές να ακούγονται, στα πλαίσια του πλουραλισμού.