Η πολύπλευρη κρίση την οποία διέρχεται η χώρα μας δεν προέκυψε ξαφνικά. Ήταν για χρόνια μια βόμβα στα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας μέχρι που η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2007 – 2008 άναψε το φιτίλι…
Η Ελλάδα έπεσε με χαρακτηριστική ευκολία και μέχρι σήμερα αδυνατεί να σταθεί στα πόδια της. Πέντε χρόνια μετά το πρώτο μνημόνιο, βρίσκεται και πάλι στην κόψη του ξυραφιού. Αυτή η συνεχής ανακύκλωση της κρίσης αποδεικνύει ότι το πρόβλημα της χώρας είναι δομικό και έχει να κάνει με την απουσία μίας Εθνικής Στρατηγικής, η ύπαρξη της οποίας θα είχε περιορίσει αισθητά τις συνέπειες της κρίσης και θα μπορούσε να αποτελέσει έναν οδικό χάρτη ανασυγκρότησης.
Μία τέτοια Εθνική Στρατηγική προϋποθέτει ένα μίνιμουμ συναίνεσης μεταξύ πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων ώστε η χώρα να αποκτήσει μια βασική, σταθερή κατεύθυνση ως προς την πολιτική, οικονομική και κοινωνική οργάνωσή της. Η συναίνεση όμως θεωρήθηκε και θεωρείται αδυναμία και προδοσία τους κόμματος, της κοινωνικής τάξης και του προσωπικού συμφέροντος καθενός.
Το πολιτικό μας σύστημα δομήθηκε μέσα σε σκηνικό έντασης με αποτέλεσμα οι εκάστοτε κυβερνήσεις να αντιμετωπίζουν το κράτος ως λάφυρο και οι εκάστοτε αντιπολιτεύσεις να επιλέγουν τον λαϊκισμό και την εύκολη, μηδενιστική κριτική προκειμένου να έρθουν στην εξουσία, αδιαφορώντας για το αν αυτή τους η στάση βλάπτει τη χώρα. Έτσι γιγαντώθηκε το πελατειακό κράτος και ο ελληνικός «σοβιετοκαπιταλισμός». Μέσα από αυτές τις στρεβλές δομές αναδείχτηκαν οι διάφοροι διαπλεκόμενοι οι οποίοι λειτουργώντας εντελώς παρασιτικά έστησαν πολιτικές καριέρες και αποκόμισαν ολόκληρες περιουσίες.
Ακολουθώντας τις ίδιες λογικές, χωρίστηκε η ελληνική κοινωνία σε μνημονιακους και αντιμνημονιακούς, με τους δεύτερους αφού έσπασαν κάθε κοντέρ λαϊκισμού να προσπαθούν πλέον, βαφτίζοντας το κρέας ψάρι, να καλύψουν την πολιτική και διαχειριστική τους ανεπάρκεια που οδηγεί τη χώρα στα βράχια.
Η λογική του «χύμα» και του «βλέποντας και κάνοντας» έχει επηρεάσει αρνητικά πολλούς ακόμη τομείς της ελληνικής Πολιτείας. Ισχύει και στην Παιδεία, όπου ο κάθε υπουργός προωθεί και μία δική του μεταρρύθμιση με αποτέλεσμα το εκπαιδευτικό σύστημα και το σύστημα εισαγωγής σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ να αλλάζει συνεχώς, την στιγμή που οι Έλληνες μαθητές εξακολουθούν να ανταγωνίζονται στη στείρα αποστήθιση. Ισχύει και στη φορολογία όπου το πολυδαίδαλο φορολογικό μας σύστημα όχι μόνο αποτυγχάνει στον τομέα της είσπραξης αλλά ταυτόχρονα συμβάλει στην ταλαιπωρία και στην ανασφάλεια του μέσου πολίτη και στην αποθάρρυνση κάθε υποψήφιου επενδυτή. Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα, ούτε στη μεταναστευτική πολιτική μιας και από το άνοιγμα των συνόρων των αρχών της δεκαετίας του ’90, φτάσαμε στην γκετοποίηση τους κέντρου της Αθήνας, στα κέντρα κράτησης και πλέον στην άναρχη απελευθέρωση χιλιάδων παράνομων και εξαθλιωμένων μεταναστών.
Οι ευθύνες των κομμάτων είναι τεράστιες, μιας και ο δογματισμός και οι μικροπολιτικές επιδιώξεις τίθενται υπεράνω του δημοσίου συμφέροντος. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι σε αυτή την κρισιμότατη στιγμή για το μέλλον της χώρας στο ναό της Δημοκρατίας συνυπάρχουν κόμματα, πολιτικές ομάδες και πρόσωπα τα οποία δεν αναγνωρίζουν καν το Πολίτευμα! Η Χρυσή Αυγή ονειρεύεται χούντα και καταστάσεις χιτλερικής Γερμανίας, το ΚΚΕ τη δικτατορία του προλεταριάτου και τα σοβιέτ όπως και ορισμένες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, με τη διαφορά βέβαια ότι εκεί συναντά κανείς και θιασώτες της «άμεσης δημοκρατίας» ή της πολιτιστικής επανάστασης του Μάο. Χαρακτηριστικό επίσης είναι το γεγονός ότι το 40% του κυβερνώντος κόμματος, το οποίο υποτίθεται παλεύει για να κρατήσει τη χώρα στην ευρωζώνη, είναι υπέρ της επιστροφής στη δραχμή και της αποχώρησης από δυτικούς θεσμούς όπως το ΝΑΤΟ.
Εδώ, επομένως δε μιλάμε για διαφορές ως προς τη διαχείριση μιας κατάστασης αλλά για διαφορετικές κοσμοθεωρίες, η εφαρμογή των οποίων προϋποθέτει την κατάλυση όλων των βασικών δομών της χώρας. Έτσι όμως δεν μπούμε να μιλάμε για ασφαλή διέξοδο από την κρίση, οικονομική ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του κράτους. Δεν μπορούμε να προσδοκούμε εμβάθυνση της Δημοκρατίας και κοινωνική συνοχή. Οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια, στο χάος και στον εμφύλιο σπαραγμό.
Πρέπει οι δυνάμεις εκείνες που αναγνωρίζουν τις ίδιες βασικές σταθερές της υπόστασης του κράτους, δηλαδή την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας σε επίπεδο θεσμών και οικονομίας, να συμφωνήσουν σε μία Εθνική Στρατηγική για την έξοδο από την κρίση, την ανασυγκρότηση και την ανάπτυξη της Ελλάδας. Αυτό σε καμία περίπτωση δε θα σημάνει το τέλος των ιδεολογικών και πολιτικών διαφορών. Αντίθετα, έχοντας αποδεχτεί τις βασικές αυτές αρχές, οι δυνάμεις που κάθε φορά θα καλούνται να σηκώσουν το βάρος της διακυβέρνησης του τόπου θα έχουν ένα πιο σταθερό και ξεκάθαρο πλαίσιο κινήσεων ώστε να δώσουν ουσιαστικό πολιτικό πρόσημο που επιθυμούν στις επί μέρους πολιτικές τους. Και φυσικά, δεσμευόμενες από το βασικό πλαίσιο δράσης θα εκλείψει και ο εθνολαϊκισμός που τόσο έχει ταλαιπωρήσει την ελληνική κοινωνία ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια.
Τα ψέματα τελείωσαν. Καιρός να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του απέναντι στην Ελλάδα…